WELCOME
Οι Αρκαδικοί θρύλοι έκαναν τον είρωνα Λουκιανό να διατυπώσει τον δηλητηριώδη υπαινιγμό. "Πολλή δ' η κατ' Αρκαδίαν μυθολογία, Δάφνηςφυγή, Καλλιστούς θηρίωσις, Κενταύρων παροικία και Πανός γοναί, Αλφειού έρως και ύφαλος αποδημία"  
Κρυφό Σχολειό-Μονή Φιλοσόφου Print

Από το 132 μ.χ  μαθητές του Αποστόλου Ανδρέα εισχώρησαν στο εσωτερικό της Πελοποννήσου και έκτισαν ασκητήριο της Θεοτόκο. Εκεί ίδρυσαν σχολή κληρικών και προσηλύτων.

Ο μαθητής της σχολής Ιωάννης Λαμπαρδόπουλος μετανάστευσε στην Κωνσταντινούπολη, γύρω στα 930 μ.χ, έτυχε σπουδαίας μόρφωσης και έγινε πρωτοσηκρήτης – αρχιγραμματέας εκ των απορρήτων, του Νικηφόρου Φωκά.

Εκτιμώμενος από τον Αυτοκράτορα για τη γενική του παιδεία  (εκαλείτο Φιλόσοφος) απέσπασε την άδεια του να ιδρύσει μονή στη θέση του ασκητηρίου. Τις λεπτομέρειες περιέχει το πατριαρχικό σιγγίλιο που στάλθηκε το 963 μ.χ από τον πατριάρχη Πολύευκτο:Επειδή τοίνυν και ο οικείος του αυτοκράτορος κύριος Ιωάννης Λαμπαρδόπουλος, φιλόσοφος, πρωτοσηκρήτης… ανήγειρεν εκ βάθρων μονήν ιεράν …..πλησίον χώρας Δημητσάνης, εν τη τοποθεσία Μονοπόρου εν ονόματι τιμωμένην της Θεοτόκου, ην δια την του φιλοσόφου επωνυμίαν μονήν του Φιλοσόφου εκάλεσαν ματά ταύτα,προς κατανομήν μοναζόντων ανδρών …

Πρόκειται για το αρχαιότερο βυζαντινό μνημείο της Ελλάδας. Αξιομνημόνευτο είναι πως η ίδρυση της μονής συμπίπτει με την έκδοση νεαράς «περί του μη γίγνεσθαι νέα μοναστήρια». Φαίνεται πως λόγοι εθνικοί, ο εξελληνισμός και εκχριστιανισμός των Σλάβων, επέβαλαν την ίδρυση της.

Μόνο ο πατριάρχης καθορίζει τις σχέσεις της μονής με τις τοπικές μητροπόλεις, στις οποίες δεν επιτρέπει καμιά επέμβαση και υπογραμμίζει το ακατοδούλωτον και ανεξέταστον από τις εκκλησιαστικές αρχές της Πελοποννήσου. Η μονή αναφέρεται μόνο στον πατριαρχικό Έξαρχο .

Κανόνισε επίσης, ότι η εσωτερική διοίκηση της μονής θα γίνεται αποκλειστικά από τον ηγούμενο …….την δε οικονομίαν και διοίκησιν πάντων της τοιαύτης μονής έχει μόνος ο κατά καιρούς ηγούμενος, όστις οφείλει εκλέγεσθαι εκ μέσου της αδελφότητος και αποκαθίστασθαι εις την ηγουμενίαν ……

Τέλος, το 967 μ.χ ο Ιω.Λαμπαρδόπουλος ανανέωσε τα σταυροπηγιακά (πατριαρχικά) προνόμια της μονής με το νέο σιγγίλιο του πατριάρχη Κύριλλου .

Γραπτή μαρτυρία ότι η μονή Φιλοσόφου λειτούργησε ως «κρυφό σχολειό» δεν υπάρχει. Ο Ευθ. Καστόρχης, μόνο, αναφέρει ότι ανευρέθησαν παμπάλαια διδακτικά χειρόγραφα άνευ προμετωπίδος και χρονολογίας. 

«Κρυφό Σχολειό», που συντηρούσε η εκκλησία, ως διωκόμενος θεσμός, δεν προκύπτει από καμία ιστορική μαρτυρία. Ο εξαίρετος μελετητής της παιδείας επί τουρκοκρατίας Μανουήλ Γεδεών σημειώνει: «μέχρι σήμερον ουδαμού ανέγνων εν ομαλή καταστάσει πραγμάτων Βεζίρην η’ αγιάννην η’ σουλτάνον εμποδίζοντα σχολείου σύστασιν η’ οικοδομήν». Αντίθετα ο κατακτητής θεωρούσε συμφερότερο να έχουν οι Έλληνες ένα είδος περιορισμένης θρησκευτικής και πολιτικής ελευθερίας . Αξιοποίησε, μάλιστα, στο διοικητικό μηχανισμό Έλληνες που είχαν φοιτήσει στα σχολεία.

Φαίνεται πάντως, πως τα φιλανθρωπικά και εκπαιδευτικά ιδρύματα περιλαμβάνονταν στην πατριαρχική δικαιοδοσία. Αλλά μόνο η Κωνσταντινούπολη απέκτησε νωρίς σχολείο. Η υπόλοιπη χώρα, λόγω της ερήμωσης και της απερίγραπτης τρομοκρατίας και της αδιαφορίας της εκκλησίας, έμεινε ουσιαστικά απαίδευτη ως το τέλος του ΙΣΤ΄ αιώνα.

Αναπόφευκτη θεωρεί τη λειτουργία ανεπίσημης σχολής στη μονή ο ιστορικός Τ.Γριτσόπουλος κατά τη διάρκεια της αλβανικής λαίλαπας, όταν έκλεισε η σχολή της Δημητσάνας.

Δεν ήταν δυνατόν να συντηρηθεί η εθνική μας μνήμη, αν επί ενάμιση σχεδόν αιώνα δεχθούμε την τέλεια ανυπαρξία κάποιας, υποτυπώδους έστω, σχολικής δραστηριότητας. Οι ναοί, προφανώς, μαζί με την ικανοποίηση του θρησκευτικού αισθήματος, συνετέλεσαν στον εθνικό φρονηματισμό των «ραγιάδων» και ιδιαίτερα των νεαρών βλαστών, αφού γι’ αυτούς υπήρχε η σχετική ελευθερία ιδρύσεως και λειτουργίας τους.

Η συγκέντρωση στα μοναστήρια «εγένετο υποκριτική και συγκεκαλυμένη, περιείχε δε το τραγικόν μεγαλείον δισήμου ενεργείας φανεράς και αποκρύφου θρησκευτικής και παιδευτικής επιδιώξεως» .

                                               
Το γνωστό παιδικό ποιηματάκι:

                                                       Φεγγαράκι μου λαμπρό 
                                                       Φέγγε μου να περπατώ 
                                                       Να πηγαίνω στο σχολειό 
                                                       Να μαθαίνω γράμματα 
                                                       Του θεού τα πράγματα

Αν και αμφισβητήθηκε από πολλούς, αν πρόκειται για πραγματική επίκληση των παιδιών στο φώς του φεγγαριού, προκειμένου νύκτα να μεταβαίνουν στο σχολειό τους, φαίνεται πως υπήρξε πραγματικότητα. Ο όρθος άρχιζε χαράματα. Και ο δρόμος γεμάτος δυσκολίες . Ο Γ. Βλαχογιάννης δέχεται ότι «σε όσα χωριά το μοναστήρι ήταν πολύ μακριά, έπρεπε το παιδί να κινήση μα άλλα και να τραβάει αξημέρωτα ανάμεσα στον άγριο λόγγο.

Πως αλλιώς θα γινόταν, αφού από την άλωση ως τα τέλη του ΙΣΤ΄ αιώνα δεν υπάρχει καμία ένδειξη λειτουργίας σχολείου, όχι επειδή απαγορεύτηκαν αλλά επειδή ίσως ,δεν υπήρχε δάσκαλος, ενώ αυτό ήταν ευκολότερο στον κλήρο;

Η λογοτεχνική διαίσθηση δε φαίνεται να αφίσταται από την πραγματικότητα. Ο λαός μας ονομάζει τη σχολή Φιλοσόφου «Κρυφό Σχολειό» και η παράδοση αυτή δεν μπορεί να είναι τελείως πλαστή.

Είχε οικονομική ευρωστία, βρισκόταν σε ασφαλή τοποθεσία, μακριά από τα βλέμματα του δυνάστη και απολάμβανε ισχυρών προνομίων. Άρα ήταν επόμενο να αναπτυχθεί εκεί πλούσια πνευματική κίνηση και ήταν φυσικό να επωφεληθεί από αυτή η δοκιμαζόμενη νεότητα της περιοχής. Το τοπωνύμιο αυτό χαραγμένο στην κακοτράχαλη γωνιά της Γορτυνίας, αλλά και στην ψυχή του κάθε Έλληνα απηχεί την ύπαρξη του πραγματικού «Κρυφού Σχολειού», της μακράς και σκοτεινής εκείνης περιόδου.

Αλλά δεν είναι το μόνο. «Κρυφά Σχολειά» ονομάζει ο λαός μας κάθε χώρο όπου ασκήθηκε εκεί στοιχειωδώς η ιερή υπόθεση της παιδείας. Μπορούσε μια τέτοια διδασκαλία να γίνεται φανερά; Δεν έπρεπε να παίρνονται κάποιες προφυλάξεις; Ολόκληρη η πολιτική δραστηριότητα των υποδούλων δεν εκφράζονταν ,συγκαλυμένα, μέσα από τη θρησκευτική τους ελευθερία; Η ψυχρή ιστορική έρευνα μπορεί να αμφισβήτησε ένα θρύλο. Δεν μπορεί όμως, να τον αποβάλει από την ψυχή μας.

Η Ελληνική μας παράδοση, δυστυχώς, δεν έτυχε της προσοχής που της άξιζε, αν και είναι ένας συμπυκνωμένος διαχρονικός Λόγος. Παραμελήσαμε και πολλές φορές υπονομεύσαμε, χάριν διεθνιστικών, μικροαστικών συμφερόντων, τα μετεξελισσόμενα στερεότυπα και τη θετική τους ενέργεια και γι’ αυτό τώρα αισθανόμαστε αμήχανα μπροστά στην παγκοσμιοποίηση των πολιτισμών.

Η λειτουργία σχολείου Κρυφού η’ φανερού σ’ εκείνα τα δύσκολα χρόνια υπογραμμίζει την αναπλήρωση, προσωρινά και λειψά έστω, του Διαφωτισμού από τον κλήρο και την πίστη στη δύναμη και την ικανότητα του Γένους. Ποιος μπορεί να ισχυριστεί πως αυτά είναι Μύθος;

Από το βιβλίο του Δάσκαλου Νικόλαου Π Γεωργακόπουλου ( Βάχλια Γορτυνίας )

«Η παιδεία στην Αρκαδία επί τουρκοκρατίας»
ΑΚΒ

 
© 2024 Arcadians
Joomla! is Free Software released under the GNU General Public License.