Αφιέρωμα στην 25η Μαρτίου 1821
1821 – η Συνέλευση της Ζαράκοβας
Σύστημα δημοκρατικόν διακυβερνήσεως κατά πόλεις και χωρία (υποέφοροι) και κατ’ επαρχίας (έφοροι) και με Βουλήν δια την χώραν εισηγείτο εις Βέρβενα ο Υψηλάντης με το έτοιμον σχέδιον Γενικού Οργανισμού της Πελοποννήσου. Το σχέδιον όμως τούτο εμείωνε την δύναμιν των προκρίτων, προέβλεπεν αιρετά μέλη της Βουλής, υπό την προεδρίαν του πρίγκηπος, και επροκάλεσε την αντίδρασιν των παλαιών πολιτικών παραγόντων, που επί τέλους εις χείρας των είχαν τώρα δια της Γερουσίας την εξουσίαν. Συνετάχθη σχέδιον Οργανισμού, προς περιορισμόν της παρουσίας του Υψηλάντου. Ο πρίγκιψ το απέρριψε και προεκλήθη διαφωνία, η οποία παρ’ ολίγον να καταλήψη εις κακοποίησιν των προκρίτων από τον εξαγριωθέντα λαόν, ο οποίος καταλλήλως ερεθιζόμενος επίστευσεν ότι οι πρόκριτοι διώχνουν τον Υψηλάντην. Η διάστασις εξεδηλώθη την 27ην Ιουνίου 1821, οπότε ο Υψηλάντης ανεχώρησεν από τα Βέρβενα δια Λεοντάρι, με πρόθεσιν να μεταβή εις Καλαμάταν. Τον συνώδευεν ο Γρηγόρης Δικαίος – Παπαφλέσας, αλλ’ εις την πραγματικότητα ψυχικώς τον παρακολουθούσαν άλλοι δύο δυναμικοί άνδρες, ήτοι πλήν του αρχιμανδρίτου ο Παναγιώτης Αναγνωστόπουλος, από τα ηγετικά στελέχη της Εταιρείας, και ο γενναίος Αναγνώστης Παπαγεωργίου – Αναγνωσταράς.
Η πρώτη αύτη διαφωνία Υψηλάντου – προκρίτων της 27ης Ιουνίου 1821 ήτο αρχή μεγάλων κακών δια την αγωνιζομένην Ελλάδα. Ο Υψηλάντης δεν ανεδείχθη συμβιβαστής των διαφωνιών. Δεν είναι αυτός που διαφωνούσε με τους προκρίτους, αλλ’ η Εταιρεία των Φιλικών, που προπαρασκεύασε τον Αγώνα και αξίωνε τώρα την διεύθυνσιν αυτού, πράγμα που της ηρνούντο πεισμόνως οι ισχυροί της προτέρας καταστάσεως πολιτικοί άνδρες, διότι έβλεπαν ότι αυτοί χάνουν την εξουσίαν και κοντά εις τον Υψηλάντην εκέρδιζαν δύναμιν οι στρατιωτικοί. Ατύχημα είναι, ότι εις την διένεξιν ο Υψηλάντης απεδεικνύετο πρόσωπον της προθήκης, χωρίς ιδίαν βούλησιν. Κατά την στάσιν του πλήθους τον απειληθέντα θάνατον των πολιτικών επρόλαβεν ο δεξιός χειρισμός των πραγμάτων από τον Κολοκοτρώνην εις τα Βέρβενα. Αλλά τα γενόμενα απεδοκίμασε και ο Υψηλάντης.
Κατά ταύτα, Υψηλάντης, τριανδρία των παλαιών Φιλικών, πρόκριτοι, στρατιωτικοί αποτελούν τέσσαρας όψεις της δυνάμεως της παρούσης στιγμής. Τον Υψηλάντην ο λαός έβλεπεν ως σωτήρα. Τους προκρίτους επλεύρισαν οι Φαναριώται και καθωδήγησαν εις τας περαιτέρω ενεργείας. Η τριανδρία των παλαιοφιλικών δεν ήτο συμπαθής εις τους στρατιωτικούς. Δια τούτο και οι στρατιωτικοί χωρίς να συμφωνούν με τους πολιτικούς και την πλήρη επικράτησιν του Υψηλάντου απέστεργον, εφ’ όσον επρόκειτο να κατευθύνεται από την τριανδρίαν και το απροσάρμοστον περιβάλλον του. Οι πολιτικοί εκινήθησαν υποκριτικώς και συγκεκαλυμμένως. Έδειξαν ότι εθορυβήθησαν από τα επεισόδια των Βερβένων και την αναχώρησιν του πρίγκιπος και έσπευσαν να τον μετακαλέσουν. Παραλλήλως προσεπάθησαν να προσεταιρισθούν τους Νησιώτας. Αλλά και οι κηδεμονεύοντες τον Υψηλάντη ανακρούσαντες πρύμναν εκινήθησαν συμφιλιωτικώς, αφού διαλλακτικοί ενεφανίζοντο οι πρόκριτοι. Και οι στρατιωτικοί συνιστούν επανάληψιν των συνεννοήσεων, η δε έκφρασις συμπαθείας προς τον πρίγκηπα από πολλάς πλευράς τον συνεκράτησεν από ακρότητας. Έτσι με κοινήν ανοχήν εις Τρίκορφα ο Υψηλάντης εγκατεστάθη την 2α Ιουλίου ως αρχιστράτηγος, διότι όλοι απέβλεπαν εις επανάληψιν των συζητήσεων. Προ πάντων όμως τούτο ζωηρώς επιθυμούσαν και επρωτοστάτησαν οι πρόκριτοι, ενώ οι στρατιωτικοί ήσαν απησχολημένοι με τα καθήκοντά των.
Πρόκριτοι και κληρικοί συνεκεντρώθησαν εις την απόμερον επί του Μαινάλου κώμην Ζαράκοβαν, με τον οχυρόν πύργον. Εκλήθησαν όλοι οι πολιτικοί της Πελοποννήσου εις Συνέλευσιν. Ο Υψηλάντης πρόθυμος να λησμονήση τα επεισόδια των Βερβένων, δεν απέστεργε την συμμετοχήν του εις τας εργασίας της Συνελεύσεως, αρκεί να προέκυπτεν αγαθόν αποτέλεσμα χάριν του εθνικού συμφέροντος – έτοιμος ήτο δια πάσαν υποχώρησιν, εφ’ όσον θα ενεφανίζετο πρότασις με σύμφωνον γνώμην όλων. Οι πολιτικοί συνέταξαν προτάσεις. Ο Υψηλάντης αντιπροτάσεις. Ο Παλ. Πατρών Γερμανός διεδραμάτισε τον ρόλον μεσολαβητού, προς συμβιβασμόν των αντιτιθεμένων. Αλλ’ οι προεστοί εδείχθησαν αδιάλλακτοι. Οι διεξάγοντες τον πόλεμον στρατιωτικοί και ο αγωνιζόμενος λαός αντετίθεντο προς τους προεστούς. Αλλά και οι στρατιωτικοί δεν ήσαν ηνωμένοι μεταξύ των, ο δε Κολοκοτρώνης με όλην του την δημοτικότητα έχει σφοδρούς αντιπάλους, εκπροσωπεί βεβαίως το κυριώτερον μέρος των στρατιωτικών, δεν τάσσεται όμως ανεπιφυλάκτως με το μέρος του Υψηλάντου, διότι αντιπαθεί το περιβάλλον του.
Οι εις Πελοπόννησον ευρισκόμενοι Φαναριώται – Μαυροκορδάτος, Θ. Νέγρης, Κ. Καρατζάς, Αλ. Καντακουζηνός κ.α. – αποβαίνουν οι βασικοί καθοδηγηταί των προεστών εις την αδιάλλακτον στάσιν των, εις την διεκδίκησιν της εξουσίας, εις την παραμέρισιν του Υψηλάντου και εις μείωσιν των στρατιωτικών. Κοντά εις το επιτελείον του Μαυροκορδάτου ήτο ο Γεώργιος Σέκερης, αδελφός του μεγάλου Τριπολιτσιώτου Φιλικού Παναγιώτη, φοιτητής εις Παρισίους και ήδη στρατευμένος χάριν του Αγώνος. Αλλά του νεαρού Σέκερη ο θαυμασμός προς την πολιτικήν ευφυΐαν του Μαυροκορδάτου μετετράπη εις περιφρόνησιν, μόλις ούτος αντελήφθη τα πανούργα σχέδια των Φαναριωτών. Παρωδία Συνελεύσεως κατέστη η πολυπληθής συγκέντρωσις της Ζαράκοβας, χάριν της οποίας συνέτασσε σχέδια η παρασυναγωγή των Φαναριωτών εις Βυτίναν. Το σχέδιον Οργανισμού δεν ήτο παρά διαιώνισις της διαμάχης μεταξύ προεστών και Υψηλάντου – στρατιωτικών. Επί τετραήμερον ή πενθήμερον λήγοντος του Αυγούστου ομοφωνούντες οι συνελθόντες άνευ συμμετοχής του Υψηλάντου και των στρατιωτικών πρόκριτοι διεξήγαν συνεννοήσεις δια διαγγελέων, μεταξύ των οποίων ο κυριώτερος ήτο ο Γερμανός, ενεργών με την πεποίθησιν ότι ο άχαρις ρόλος του ήτο δυνατόν να καταλήξη εις συμφιλίωσιν και συμφωνίαν.
Δεν ανήκει εις την παρούσαν σύντομον επισκόπησιν των γενομένων να θιγή λεπτομερώς ή αδρομερώς το πρόβλημα της διαφωνίας εις Ζαράκοβαν, δια τον προτεινόμενον Οργανισμόν διοικήσεως της αγωνιζομένης χώρας. Πάντως πρόθεσις των προεστών ήτο να καταστούν μόνοι ρυθμισταί της πολιτικής ζωής αυτής πριν ακόμη ελευθερωθή, να εκλέγουν οι ίδιοι βουλευτές και γερουσιαστάς, να προάγουν, να κρίνουν, να μετακινούν τους στρατιωτικούς, να διορίζουν τους υπαλλήλους, να κυβερνούν με ολιγαρχικόν σύστημα. Ο Υψηλάντης ανεγνωρίζετο αρχιστράτηγος υπό σκληράν κηδεμονίαν και ωρίζετο Πρόεδρος 24μελούς Γερουσίας ως σκιά άνευ δικαιοδοσίας. Εις τα Βέρβενα ηρνούντο οι πρόκριτοι την αρχιστρατηγίαν εις τον Υψηλάντην, εις την Ζαράκοβαν του την προσέφεραν με μυρίους περιορισμούς, αφού οι προεστοί θα ήσαν συναρχιστράτηγοι. Γενικώς ειπείν, εις τας αυθάδεις αξιώσεις των προεστών εις Ζαράκοβαν φαίνεται καθαρά ο εκτραχηλισμός των. Ορθώς παρατηρεί ο Φιλήμων ότι εις τα Βέρβενα ήρχισεν η οικοδομή από την θεμελίωσιν, εις δε την Ζαράκοβαν από την στέγην. Θεμέλια εννοεί ο ιστορικός τους προτεινομένους εφόρους, στέγην δε την προτεινομένην Βουλήν.
Ο Υψηλάντης ηρνήθη να υπογράψει τον προσκομισθέντα Οργανισμόν. Η ρήξις ήτο φανερά. Οι εις Ζαράκοβαν συνηγμένοι διεβουλεύοντο, πως θα οργανωθούν. Ο Υψηλάντης εις τα Τρίκορφα μετά των συμβούλων του και των στρατιωτικών συνεσκέπτοντο, πως θ’ αντιδράσουν. Η διαφωνία ελάμβανε ανοικτάς διαστάσεις. Ο Γερμανός ως μεσολαβητής παρ’ ολίγον να κάμψη τον πρίγκηπα, αλλ’ ηστόχησεν. Ο αγωνιζόμενος λαός δεν έμεινεν αμέτοχος. Είτε ηγανακτησμένος είτε ερεθιζόμενος εκινήθη προς Ζαράκοβαν, δια να εκτελέση τώρα ότι δεν κατώρθωσεν εις Βέρβενα. Τα σχετικά της στάσεως υπό διάφορον εντελώς πρίσμα παρουσιάζουν οι απομνημονευταί. Μία ομάς ομιλεί περί συνωμοσίας των στρατιωτικών κατά των προεστών. Ομιλούν μάλιστα περί συμμετοχής και του Υψηλάντου. Ωργίασαν αι φήμαι, ιδίως μετά τα επεισόδια, ότι ωργανώθη δολοφονία των συνηγμένων εις Ζαράκοβαν προεστών. Αρχηγός της συνωμοσίας εφέρετο ο Κολοκοτρώνης. Αλλ’ αυτός εις τα Απομνημονεύματά του ισχυρίσθη ότι δεν ενεθυμείτο, τι ακριβώς συνέβη, σκοπίμως βεβαίως δια ν’ αποφύγη να αναφέρη οχληρά πράγματα, πασίγνωστα όμως.
Ο Κολοκοτρώνης μετέβη εις Ζαράκοβαν μετά την αποτυχίαν της συνεννοήσεως. Αλλά μετέβη, διότι εκινήθη προς τα εκεί ο στρατός με πρόθεσιν να φονεύση τους προεστούς. Αυθεντικός αφηγητής αποβαίνει ο γραμματεύς του Κολοκοτρώνη προς τον εξαγριωμένον λαόν, τον οποίον με την γλαφυρότητα της ομιλίας, το ανέκδοτον που αφηγήθη, την δημοτικότητα του ιδίου συνεκράτησεν από το ασφαλές μαχαίρωμα των προεστών. Ο στρατός διελύθη, ο Κολοκοτρώνης επέστρεψεν εις το καθήκον του, οι προεστοί έμειναν οι ίδιοι αμετανόητοι, όπως και προηγούμένως.
Ανήσυχοι ήσαν οι προεστοί γύρω από την μεγαλειώδη πολιορκίαν της Τριπολιτσάς ύστερ’ από τας στρατιωτικάς επιτυχίας και την Φιλικήν και οικογενειακήν αίγλην του Υψηλάντου. Έβλεπαν ότι η εξουσία εχάνετο από τας χείρας των και ότι μία νέα κατάστασις πραγμάτων εκυοφορείτο, που ήτο προοίμιον παραμερισμού των από τα πολιτικά ωφελήματα του Αγώνος. Εκινήθησαν λοιπόν προτρέχοντες δια να εξασφαλίσουν την άσκησιν της εξουσίας. Οι άλλοι – στρατιωτικοί και παλαιοφιλικοί – οι περί τον Υψηλάντην, αντέδρασαν. Τα πράγματα ωδηγούντο προς την ρήξιν. Εις την Ζαράκοβαν εβλάστανεν η πολιτική διαίρεσις της απελευθερωμένης Ελλάδος από τα πρώτα ακόμη βήματα του ιερού Αγώνος. Εις την δημιουργηθείσαν κατάστασιν ως αρχιτέκτονες εκινούντο οι παρεπιδημούντες Φαναριώται και ως εκτελεσταί οι προεστοί. Αλλ’ αμέτοχοι ευθύνης ούτε οι στρατιωτικοί παραμένουν ούτε ο Υψηλάντης εκ δυσπιστίας προς τους οποίους οι πολιτικοί εκράτησαν ακραίας θέσεις, ανυποχώρητοι εις τον παράλογον Οργανισμόν των. Εν τοσούτω ο θεός της Ελλάδος ηθέλησε, μεσ’ από την τρομεράν εκείνην σύγκρουσιν να μείνουν ως είχαν τα πράγματα, ο Υψηλάντης να παραμείνη αρχηγός της πολιορκίας της Τριπολιτσάς και να μετατεθή η ρήξις εις το τέλος του πρώτου έτους του Αγώνος.
Τάσος Γριτσόπουλος +
Απόσπασμα από το τρίτομο έργο του «Ιστορία της Τριπολιτσάς»
Την ακριβή μεταφορά από το βιβλίο έκανε ο Βασίλης Αναστασόπουλος
23 Μαρτίου 2009
|