Γενναία μερίδα τιμής στον εξελληνισμό της αρχαίας Κύπρου έχει και η μαγευτική και ιστορική μας Αρκαδία. Που το ξέρουμε; Μας το πληροφορούν οι αρχαίοι συγγραφείς, με κορυφαίο τον πατέρα της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας τον θείον Όμηρο. Μας το βεβαιώνουν τα πλούσια ανασκαφικά ευρήματα. Μας το φωνάζουν οι γραφές και οι επιγραφές, που έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη, σχίζοντας προσεχτικά τα φιλόξενα και στοργικά κυπριακά σπλάχνα.
Πριν τον Τρωικό Πόλεμο
Αρχίζοντας από τα παραμυθένια χρόνια της Κύπρου, τον πρώτο γηγενή βασιλιά τον Όφιν, πνίγει και σκοτώνει ο Ασωπός από την Αρκαδία, του αρπάζει το θρόνο και βασιλεύει πάνω στο νησί χρόνια πολλά κι ευτυχισμένα, με την αγαπημένη του γυναίκα Μετώπη. Αυτό το παραμύθι φανερώνει ότι προ του Τρωικού Πολέμου και μετά την καταστροφή των Κάρων πειρατών του Αιγαίου, από τον θαλασσοκράτορα βασιλιά της Κνωσού Μίνωα, η θάλασσα έμεινε ελεύθερη. Τότε άρχισε ένας μεταναστευτικός οργασμός, που κάθε πόλη και βασίλειο της Ελλάδας έστελνε τους τολμηρούς θαλασσοπόρους του για να δημιουργήσουν αποικίες. Οι Αχαιοί της Πελοποννήσου, σαν πιο τολμηροί θαλασσοπόροι, ήρθαν στην Κρήτη, την κατέλαβαν και μετά προχώρησαν ως την Κύπρο και αποίκησαν τα γύρω της παράλια.
Φαίνεται, λόγω του ορεινού εδάφους της Αρκαδίας, οι κάτοικοί της αναγκάζονταν να μεταναστεύουν ομαδικά σε άλλες χώρες, με αποτέλεσμα από την πρώιμη εποχή της ιστορίας, την προϊστορία, να αναφέρονται αποικίες Αρκάδων σ΄όλες τις περιοχές τις Μεσογείου. Ετσι αναφέρονται αποικίες Αρκάδων στην Ιταλία, την Κρήτη, την Λιβύη, τη Μικρά Ασία, τον Πόντο, την Κύπρο.
Στην Κρήτη ιδρύουν ολόκληρες πόλεις, όπως τη Γόρτυνα, Κύδωνα, Κατρέα, από τους γιους του Τεγεάτη (Γόρτυνα, Κύδωνα). Από την Κρήτη μετανάστευσαν στην Κύπρο. Καθ΄ ότι: "Ούτε οι Αιγύπτιοι κατείχαν την Κύπρον ή άλλας νήσους ή ήσαν θαλασσοκράτορες την εποχή εκείνην, κατά την οποίαν θαλασσοκρατούσαν οι Αρκάδες δια να δύναται ένας Αιγύπτιος ή ένας Φοίνιξ να ιδρύση πόλιν εις Κύπρον", όπως ελέχθηκε στην Αλφειού Αποδημία.
Πάντως, κατά τον ΙΔ΄ και ΙΓ π.Χ. αιώνα έφθασαν στις παράλιες κυπριακές πόλεις ως έμποροι και τεχνίτες και η επίδραση τους ήταν τόσο έντονη και απλώθηκε σταδιακά σε τόσες εκδηλώσεις της ζωής, ώστε η Κύπρος όχι μόνο εξελληνίστηκε εντελώς, αλλά διαφύλαξε σ΄ολόκληρη την μετέπειτα ιστορική πορεία, την αρκαδική παράδοση.
Η ιστορία μιας γλώσσας ή μιας διαλέκτου αποτελεί μια πτυχή της Ιστορίας. Έτσι η κυπριακή διάλεκτος, όπως διαμορφώθηκε με την πάροδο των αιώνων, έχει πολλές ομοιότητες με τη διάλεκτο της Αρκαδίας, απ΄όπου ήλθαν οι Αχαιοί άποικοι. Οι Αχαιοί της Μυκηναϊκής εποχής ήταν πρόγονοι των Αρκάδων και Κυπρίων της ιστορικής εποχής. Επιγραφικά κείμενα μας δίνουν μια εικόνα της Κυπριακής διαλέκτου αρκετή για να δείξει τη στενή συγγένειά της με τη διάλεκτο που μιλιόταν την ίδια εποχή: "Η συγγένεια της κυπριακής και αρκαδικής έχει δώσει λαβή στην υπόθεση ότι και οι δύο κατάγονται από κοινή μητέρα, την αρκαδοκυπριακή των μυκηναϊκών χρόνων". Έτσι βεβαιώνεται ότι ένα μέρος από τους Έλληνες της Κύπρου κατάγονται από την Αρκαδία και άλλες περιοχές της Πελοποννήσου, όπου ήταν απλωμένη η αρκαδική πριν από την κάθοδο των Δωριέων. Από άλλες πηγές γνωρίζουμε ότι η βόρεια ακτή της Κύπρου λεγόταν "Αχαιών ακτή" κατά τον Στράβωνα και οι ιερείς μιας άγνωστης θεότητας λέγονταν "Αχαιομάντεις".
Μάλιστα γύρω στο 1886, διατυπώθηκε για πρώτη φορά η ιδέα ότι οι Αχαιοί των ομηρικών ποιημάτων ήταν οι ίδιοι οι Αρκάδες. Και πήρε δύναμη όταν παρατηρήθηκε ότι μερικά αρκαδικά διαλεκτικά στοιχεία σώζονται σε επιγραφές χωρών της Πελοποννήσου, όπου είχαν κατοικήσει Αχαιοί πριν από του Δωριείς.
Στην Εγκώμη (Αλάσια) βρέθηκαν δύο χάλκινα αγάλματα. Το ένα είναι ο Αρκαδικός θεός "Απόλλων ο Κεραιάτης" και το άλλο ένα χάλκινο άγαλμα γενειοφόρου θεού, που πιθανόν να είναι του Αρκαδικού Πάνα. Η λατρεία του Αρκαδικού θεού Απόλλωνα του Κεραιάτου διατηρήθηκε στη νήσο μέχρι τους Ελληνιστικούς χρόνους, όπως μαρτυρείται από επιγραφή που βρέθηκε στην Πύλα της Λάρνακας: "ΑΠΟΛΛΩΝ ΚΕΡΑΙΑΤΗ. ΑΠΟΛΛΩΝΙΟΣ ΜΕΝΩΝΟΣ ΑΝΕΘΗΚΕ".
Από τα ευρήματα και σε άλλες τοποθεσίες, δείχνουν πειστικά την αρκαδική παρουσία στην Κύπρο απ΄τον ΙΔ΄ π.Χ. αιώνα και προϋποθέτουν κυριαρχία στο διοικητικό, οικονομικό και πολιτιστικό τομέα, δηλαδή την εμπορική και πολιτιστική επικοινωνία της Κύπρου με την Αρκαδία και της Αρκαδίας με την Κύπρο. Γι΄αυτό η Κύπρος μπορεί να χαρακτηρισθεί σαν κιβωτός των ελληνικών παραδόσεων.
Μετά τον Τρωικό Πόλεμο
Οι σχέσεις της Κύπρου με την Αρκαδία δεν προκύπτουν μόνον από τη συγγένεια της αρκαδικής με την αρχαία κυπριακή διάλεκτο, αλλά και από τους μύθους που αναφέρονται στον εποικισμό της Κύπρου. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο μύθος για την ίδρυση της Πάφου από τους Αρκάδες, από τον Αγαπήνορα, τον βασιλιά της Τεγέας.
Όταν αποφασίστηκε η εκστρατεία εναντίον της Τροίας, οι Αρκάδες, έλαβαν μέρος με εξήντα πλοία, έχοντας αρχηγό τους τον βασιλιά της Τεγέας Αγαπήνορα, γιο του Αργοναύτη, ξακουστού κυβερνήτη της "Αργώ" βασιλιά Αγκαία, εγγονό του Λυκούργου και σύμφωνα με τον Απολλόδωρο έναν από τους μνηστήρες της Ωραίας Ελένης. Τη συμμετοχή τους στην εκστρατεία αναφέρει στην Ιλιάδα ο μεγάλος Όμηρος!
Ο Μενέλαος δεν πήγε μόνο στην Αρκαδία, αλλά και στην Κύπρο, μαζί με τον Οδυσσέα και τον Ταλθύσιο, σύμφωνα με την πληροφορία που διέσωσε ο Απολλόδωρος. Ταξίδεψαν στην Κύπρο με σκοπό να παρακαλέσουν τον Κινύρα, ηγεμόνα της Κύπρου, αρχιερέα της Πάφου και λυρικό ποιητή, για να πάρει μέρος στην εκστρατεία εναντίον της Τροίας. Ίσως τότε να έστειλε ο Κινύρας την γνωστή πανοπλία σαν δώρο στον Αγαμέμνονα, που τη φορούσε στην Τροία και την αναφέρει ο Όμηρος ως εξής:
Μετά την άλωση της Τροίας, σύμφωνα με το μύθο, οι Αρκάδες με τον Αγαπήνορα, καθώς έπαιρναν το δρόμο του γυρισμού, τους βρήκε θαλασσοταραχή στον Καφηρέα και ξέπεσαν με το στόλο τους στις νοτιοδυτικές ακρογιαλιές της Κύπρου. Έτσι παρουσιάζεται από τον Παυσανία σαν ένα γεγονός συγκυριακό.Διαβάζουμε λοιπόν το μεταφρασμένο κείμενο :
Ο Αγαπήνορας, γιος του παιδιού του Λυκούργου Αγκαίου, που ήταν βασιλιάς μετά τον Εχεμό, οδήγησε στην Τροία τους Αρκάδες. Μετά την άλωση της Τροίας η τρικυμία που έπιασε, όταν οι Έλληνες γύριζαν στην πατρίδα τους, πέταξε τον Αγαπήνορα και το ναυτικό των Αρκάδων στην Κύπρο. Έτσι ο Αγαπήνορας έγινε οικιστής της Πάφου και έχτισε το ιερό της Αφροδίτης. Στην Παλαίπαφο πρωτύτερα η θεά λατρευόταν από τους Κυπρίους σε κάποιο μέρος που ονομαζόταν Γολγοί. Μετά από χρόνια η Λαοδίκη, που καταγόταν από τον Αγαπήνορα, έστειλε στην Τεγέα ένα πέπλο για την Αλέα Αθηνά. Το επίγραμμα, που είναι πάνω στο αφιέρωμα, φανέρωνε και την καταγωγή της Λαοδίκης:
"Το πέπλο αυτό είναι της Λαοδίκης, το αφιερώνει
στην Αθηνά, από την ιερή Κύπρο στην ευρύχωρη πατρίδα της".
Για την εγκατάσταση, εξ΄άλλου, των Αρκάδων στην Κύπρο, μας κάνει λόγο και ο γεωγράφος Στράβων:
"Ειθ΄ η Πάφος, κτίσμα Αγαπήνορος, και λιμένα έχουσα και ιερέα ευ κατασκευασμένα διέχει δε πεζή σταδίους εξήκοντα της Παλαιπάφου, και πανηγυρίζουσι δια της οδού ταύτης κατ΄έτος επί την Παλαίπαφον άνδρες ομού γυναιξίν συνιόντες και εκ των άλλων πόλεων".
Στα μέσα του 16 αιώνα ένας λόγιος Κύπριος από την Ποταμίου της Λεμεσού, ο Νεόφυτος Ρόδινος, αναφέρεται στην αποίκιση της Κύπρου από τους Αρκάδες, χρησιμοποιώντας τις πληροφορίες του Παυσανία και του Στράβωνα ως εξής:
"Ο Στράβων και ο Παυσανίας λέγουσι πως την Πάφον την έκτισεν ο Αγαπήνωρ, ο Παυσανίας εις τα Αρκαδικά έτσι γράφει. Επιγενόμενος χειμών Αγαπήνωρά τε και το Αρκαδικόν ναυτικόν κατήνεγκεν εις Κύπρον και Πάφου τε Αγαπήνωρ εγένετο οικιστής, και της Αφροδίτης κατεσκευάσατο εν πόλει Πάφω το ιερόν".
Έτσι λοιπόν ο Αγαπήνορας εγκαταστάθηκε στην Κύπρο και έγινε οικιστής της Πάφου και έχτισε το ιερό της Αφροδίτης. Αργότερα, η απόγονός του Λαοδίκη, όπως είπαμε και παραπάνω, έστειλε στην Τεγέα ένα πέπλο για την Αλέα Αθηνά, από την ιερή Κύπρο, στη μεγάλη της πατρίδα. Αλλά "εν Τεγέα υπήρχε και ναός Αφροδίτης καλούμενης Παφίας, ιδρύσατο σε αυτήν Λαοδίκην ...οικούσα εν Πάφω".
Ο μύθος αυτός επιβεβαιώνει όσα γνωρίζουμε για το βασιλιά της Πάφου και αρχιερέα του ναού της Αφροδίτης Κινύρα, που έζησε κατά τη διάρκεια του Τρωικού πολέμου. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Αγαπήνορας κατόρθωσε να εκδιώξει τον Κινύρα και να γίνει κύριος της Παλαιπάφου, όπου οι ανασκαφές αποκάλυψαν πλούσιο αρχαιολογικό υλικό του 12ου π.χ. αιώνα.
Αλλά και στην Κύπρο εκτός από την Πάφο υπήρχε και ολόκληρο συγκρότημα Αρκαδικών αποικιών και πόλη "Αρκαδία", όπως στην Κρήτη και στην Αίγυπτο.
Ακόμη πρέπει να προσθέσουμε ότι στις ακτές της Πάφου, στην τοποθεσία "Παλαιόκαστρο - Μάα", ήρθε πριν λίγα χρόνια στο φως οχυρωμένη μικρή πόλη, που ιδρύθηκε από τους Αχαιούς αποίκους στα τέλη του ΙΓ΄ π.Χ. αιώνα. Φαίνεται ότι στην πόλη αυτή, έγινε η πρώτη εγκατάσταση των Αχαιών, πριν από την προώθησή τους στην υπόλοιπη Κύπρο. Είναι οχυρωμένη με κυκλώπεια τείχη, όπως η Εγκώμη και το Κίτιο και η ανασκαφή αποκάλυψε άφθονο υλικό κεραμεικής μυκηναϊκού ρυθμού.
Η ιστορία ανακυκλώνεται από την εποχή που γλωσσολόγοι εκτιμούν την πρώτη μαρτυρία του Παυσανία για τον βασιλιά της Πάφου, τον Αρκάδα Αγαπήνορα, ως πρώτο ιδρυτή ελληνικής αποικίας στην Κύπρο, πριν από άλλες φυλές, Αιολικής, Ιωνικής ή Δωρικής, εγκατασταθούν στα δυτικά παράλια της Μικράς Ασίας. Το 1952 οι Γάλλοι Τζέϊ Μπέραρντ και Τζωρτζ Ντεσεγέ, ενδιαφέρθηκαν για τη διεύρυνση του αρχαίου μύθου, για την ίδρυση της Πάφου από τον Αρκάδα Αγαπήνορα και της υπόθεσης αν η σημερινή Πάφος βρίσκεται στην Παλαίπαφο, δηλαδή στα Κούκλια. Εκεί έκτισε την Πάφο ο Αγαπήνορας και ανήγειρε το ναό της Αφροδίτης, που σήμερα βρίσκεται ο ναός της Παναγίας της Αφροδίτισσας. Ένα τεκμήριο της εμμονής των Κυπρίων στις παλιές μνήμες, γιατί "η αρχαία ψυχή δεν έσβυσε".
Μάλιστα μεταξύ Πάφου και Λεμεσού υπάρχει η "Πέτρα του Ρωμιού" ή ο Βράχος της Αφροδίτης, το σημείο όπου αναδύθηκε η Κύπριδα Αφροδίτη, η θεά του Έρωτα και του Γάμου, μα και η θαλασσινή θεά, η φιλομειδής και καλλιστέφανος.
Ακόμη δυτικά της Πάφου, το χωριό Γεροσκήπου, πήρε το όνομά του από τους "ιερούς κήπους" που ήσαν εκεί γεμάτοι άνθη.
Αλλά και στην Τεγέα υπήρχε ναός της Αφροδίτης. "Υπήρχε δε εν Τεγέα παρά του ναού της Δήμητρος και της κόρης, ναός της Αφροδίτης Παφίας, ον έκτισεν η Λαοδίκη αύτη του Αγαπήνορος, όστις ρητώς διαμαρτυρείται ότι δεν επέστρεψεν εις Αρκαδίαν, οικιστής γενόμενος της Πάφου, ως και ο Στράβων και ο Λυκόφρων και επίγραμμα εν τη Ανθολογία επιμαρτυρούσιν".
Οι Αρκάδες της Κύπρου διατηρούσαν αναμνήσεις για την προέλευση των προγόνων τους. Έτσι η Λαοδίκη καθόταν επί ένα χρόνο και ύφαινε μ΄ένα σωρό υφάντριες το λευκομέταξο πέπλο της Αλέας Αθηνάς και το έστειλε από την Κύπρο στην Τεγέα, στη γιορτή της πάνδημης ωραίας θεάς, στα Αλέαια, με το γνωστό επίγραμμα. Αυτές οι μαρτυρίες έχουν επιβεβαιωθεί σε σημαντικό βαθμό από νεότερες επιστημονικές έρευνες. "Ανασκαφές έχουν φέρει στο φως σημαντικούς αρχαιολογικούς χώρους και πλούσια ευρήματα που επιβεβαιώνουν, μαζί με τις παραδόσεις, την προέλευση των Ελλήνων της Κύπρου από την Αρκαδία", όπως αναφέρει ο ακαδημαϊκός και καθηγητής Μ. Β. Σακελλαρίου από το "Διεθνές Συμπόσιο" που έγινε στη Λάρνακα στις 8.6.1986. Εξάλλου ο καθηγητής Ο. Μasson λέγει στο Συμπόσιο: "Η θρυλική αφήγηση για την ίδρυση της Πάφου από τον Αγαπήνορα επιβεβαιώθηκε από επιγραφικές μαρτυρίες".
Επιγραφικά κείμενα μας δίνουν μια εικόνα της κυπριακής διαλέκτου, αρκετή να δείξει τη στενή συγγένεια με τη διάλεκτο που μιλιόταν την ίδια εποχή, δηλαδή την τελευταία προχριστιανική χιλιετία. Η συγγένεια της Κυπριακής και της αρκαδικής έχει δώσει λαβή στην υπόθεση ότι και οι δύο κατάγονταν από την κοινή μητέρα, την αρκαδοκυπριακή των μυκηναϊκών χρόνων. Έτσι βεβαιώνεται ότι ένα μέρος από τους Έλληνες της Κύπρου, κατάγονταν από την Αρκαδία και άλλες περιοχές της Πελοποννήσου, όπου ήταν απλωμένη η Αρκαδική πριν από την κάθοδο των Δωριέων. Αυτή η γλώσσα τη λαλούν ακόμη στα χωριά της Κύπρου κι είναι η προϊστορική ηχώ των λέξεων, που χτυπιέται μαζί με τα "λαλάρια" στο ποτάμι της ζωντανής αυτής γλώσσας των χιλιετηρίδων. "Ελλάδος φθόγγον χέουσαν", κατά τον Αισχύλον και όπως είναι μια ελληνική διάλεκτος και η καταγωγή της, είναι σχεδόν αποκλειστικά ελληνική: Η αρκαδοκυπριακή διάλεκτος". " Η πιο αψευδής μαρτυρία της γενεαλογίας των Κυπρίων είναι η γλωσσολαλιά τους με ζωντανές τις ρίζες της στην Αρκαδική διάλεκτο του 11ου π. Χ. Αιώνα", τονίζει η Αρκαδο - Μελισσάνθη. Ο πληθυσμός κελαϊδούσε την πανάρχαια γλώσσα των Αχαιών στο πιο καθάριο τύπο της: της ορεινής Αρκαδίας.
Αρκαδο-Κυπριακά Τοπωνύμια
Εκτός από την αρκαδοκυπριακή διάλεκτο και τα κοινά αρκαδοκυπριακά τοπωνύμια , επιβεβαιώνουν τη διαχρονική συνέχεια των δύο αδελφών λαών. " Τόπων τινών ονόματα λεγόμενα μηνύουσι την πάλαι ποτέ αυτών ενοίκησιν", γράφει ο Διον. Αλικαρνασσεύς. Τοπωνύμια υπάρχουν και στην Αρκαδία και στην Κύπρο, τα οποία θα πρέπει να εξετασθούν ως γλωσσικό τεκμήριο αποικισμού και ενδεικτικό της συντηρητικότητας των τοπωνυμίων ως γλωσσικών στοιχείων:
Βάσσαι Αρχαίας Φυγαλίας και Βάσσα (Βήσσα) χωρίον Λεμεσσού.
Σαϊτάς του Ντάρα και Σαϊτάς της Κύπρου.
Λιβεργά της Κανδύλας και Λιβερά της Κύπρου.
Λύμπια Κυνουρίας και Λύμπια Κύπρου.
Μαρί Κυνουρίας και Μαρίν Κύπρου.
Τεγέα Αρκαδίας και Τεγησσός Κύπρου.
Κολλίνες Μαντινείας και Κολλινία (λοφώδης περιοχή Κύπρου).
Κυλλήνη (όρος) Αρκαδίας και Κυλλήνια, χωρίον Πάφου.
Απόλλων Κερεάτης (ιερόν) Αρκαδίας και Απόλλων Κεραιάτης (άγαλμα) Εγκώμης (Αλάσιας) Κύπρου.
Απόλλων Αγυιεύς (Τεγέα) και Αγυάτης Απόλλων (Αγυιά Κύπρου).
Κερύνεια (τοπωνύμιο) Αρκαδίας και Κυρήνεια Κύπρου.
Κλάριος Απόλλων (Αρκαδία) και Κλάριος (ποταμός Κύπρου).
Πύλαι Αρκαδίας και Πύλα Λάρνακος.
Μακαρία Αρκαδίας (Παυσ. Η΄ 3,3) και Μακαρία Κύπρου.
Μαλούς (ποταμός) Αρκαδίας και Μαλούντα της Κύπρου.
Μακούνια Τσακωνιάς και Μακούντα Κύπρου.
Γλανιτσιά χωριό της Γορτυνίας και Αγλαντζιά Κύπρου.
Σπάθαρι, χωριό της Γορτυνίας και Σπαθαρικό Κύπρου
Μάραθα (χωρίον) Γορτυνίας και Μάραθον (ποτάμι) Κύπρου.
Τραπεζούς Αρκαδίας και Τραπέζου (κώμη) επαρχίας Αμμοχώστου Ακόμη επισημαίνουμε και άλλα γνωστά σήμερα Αρκαδοκυπριακά τοπωνύμια, που πρέπει να εξετασθούν κάποτε όπως:
Αγριδάκι, Ζαχαρία, Καλλιάνα, Καλλιάνι, Καμινάρια, Λύμπια, Σόλος, Γόλγος, κ.λ.π.
Τα κοινά αρκαδοκυπριακά τοπωνύμια, η αρκαδοκυπριακή διάλεκτος, η κοινή λατρεία, οι νόμοι, τα ήθη κι έθιμα επιβεβαιώνουν, για όσους αμφιβάλλουν, το φυλετικό δεσμό που δεν αδυνάτισε στη διαδρομή των αιώνων και διαχρονικά συνεχίζονται οι ιστορικές σχέσεις μέχρι σήμερα. Και όπως τονίζει σε χαιρετισμό του, ο αείμνηστος Αρχιεπίσκοπος Μακάριος : "Οι Έλληνες της Κύπρου συγγενεύουσιν εξ αίματος μετά των Αρκάδων, διότι προ δεκατεσσάρων και πλέον αιώνων προ Χριστού, μεταξύ των πρώτων Ελλήνων αποίκων της Κύπρου, ήσαν Έλληνες Αρκάδες. Οι Κύπριοι είμεθα υπερήφανοι δια τους τοιούτους προγόνους μας". Έτσι όχι μόνο ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος επισκέφθηκε την Τρίπολη, αλλά και αργότερα ο Γορτυνιακής καταγωγής Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Γιώργος Βασιλείου, για μια αναβάθμιση των ιστορικών μας δεσμών.
Νεώτερες Αρκαδοκυπριακές Σχέσεις
Όμως αξίζει να δούμε και κάποιες νεώτερες Αρκαδοκυπριακές σχέσεις:
Στα μέσα του 16ου αιώνα ένας λόγιος Κύπριος από την Ποταμίου της Λεμεσού, ο Νεόφυτος Ρόδινος, αναφέρεται στην αποίκηση της Κύπρου από τους Αρκάδες, χρησιμοποιώντας τις πληροφορίες του Παυσανία και του Στράβωνα στο βιβλίο του "Περί Ηρώων, Στρατηγών, Φιλοσόφων, Αγίων και άλλων ονομαστών ανθρώπων οπού ευγήκασιν από το νησί της Κύπρου" (1659).
Κατά τον 15ο αιώνα ο Δημήτρης Ράλλη Λάσκαρης, γιος του "πρωτομάστορα" Τσακωνίτη Ισαάκιου Ράλλη Λάσκαρη (1476) ήταν Μέγας Δούκας κι έγινε Διοικητής στην Κύπρο.
Οι ιστορικοί δεσμοί εκδηλώνονται και στην ανταρσία του 1578 από τους Κυπρίους και τότε ο Δημητσανίτης Πατριάρχης Ιεροσολύμων Σωφρόνιος Δ΄ έγραψε ένα γράμμα συμπαράστασης στον Αρχιεπίσκοπο "Πάσης Κύπρου και Νέας Ιουστινιάνης" Βενιαμίν.
Ακόμη στην Κύπρο βρέθηκε εξέχων Στεμνιτσιώτης ιεράρχης, ο δεσπότης Ιερεμίας Κόκκαλης, όπως αναγράφεται στον κτητορικό κώδικα της Μονής Φιλοσόφου Γορτυνίας. Και ήταν επόμενο, γιατί η παράδοση αναφέρει για τα συνεχή ταξίδια στην Κύπρο μετάλλων της Στεμνίτσας, την εποχή της Τουρκοκρατορίας.
Το 1795 ο Κύπριος Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γεράσμιος Γ΄ χειροτόνησε Επίσκοπο Δημητσάνης τον Κύπριο Φιλόθεο Χατζή (1795-1821), που ως τότε υπηρετούσε ως διάκονος στη Μονή Προδρόμου. Συνετέλεσε πολύ στην προαγωγή των "μπαρουτόμυλων" της Δημητσάνας κι έγινε μισητός στους Τούρκους, που τελικά τον κλείσανε στις φυλακές της Τριπολιτσάς, όπου πέθανε στις 10 Σεπτεμβρίου 1821 από ταπεινωτική μεταχείριση.
Στους προεπαναστατικούς χρόνους, ο Στεμνιτσιώτης Αντώνιος Πελοπίδας, ένας από τους Αποστόλους της Φιλικής Εταιρείας, βρέθηκε στην Κύπρο κι έφερε στην Μεγαλόνησο το χαρμόσυνο και ελπιδοφόρο μήνυμα του ξεσηκωμού. Είχε μάλιστα και συστατικό γράμμα του Αλεξάνδρου Υψηλάντη προς τον Αρχιεπίσκοπο Κυπριανό.
Στη μεγάλη Επανάσταση του Εικοσιένα πήραν μέρος πολλοί Κύπριοι αγωνιστές, που πρόσφεραν πολλές και σημαντικές υπηρεσίες, αρκετοί δε σε μάχες στον Αρκαδικό χώρο. Μεταξύ αυτών είναι ο Αρχιμανδρίτης Κύπριος Θεόφιλος Θησεύς από το Στρόβιλο, προάστειο της Λευκωσίας, που συμμετείχε στην Άλωση της Τριπολιτσάς. Ακόμη όπως γράφει ο Φωτάκος στ΄Απομνημονεύματά του: "Αρχιμανδρίτης Κύπριος σκοπεί την δολοφονίαν του Ιμπραήμ!. Γίνηκε μέλος της Φιλικής Εταιρείας και συναντήθηκε με τον θείο του Αρχιεπίσκοπο Κυπριανό (εκτελεσθέντα 9.7.1821)".
Και πολλούς άλλους Κύπριους Αγωνιστές θα μπορούσα να αναφέρω που πολέμησαν στην Άλωση της Τριπολιτσάς, όπως τον Ιωάννη Γεωργίου, Χρήστο Μιχαήλον, Ιωάννη Κύπριο, καθώς και τους Μιχαλιό και Ζαχαρία Καραγεώργη. Το 1827 στη Ναυμαχία του Ναυαρίνου, 150 Κύπριοι αναφέρονται μεταξύ των νεκρών.
Τέλος αξίζει να αναφέρω ότι στο παναρκαδικό εγερτήριο δονούν τα πεζογραφήματα και ποιήματα των Αρκάδων λογοτεχνών για τη δουλωμένη μας Κύπρο:
Αθανασιάδης Σωτήρης: Στην Κύπρο.
Αδαμόπουλος Γεώργιος: Κύπρος - Αρκαδία.
Αρβανίτης Ιωάννης: Κυπριακό τραγούδι στον Αυξεντίου
Αντωνόπουλος Πάνος: Στην Κύπρο μας/ Για την λευτεριά της Κύπρου.
Βαγενάς Θάνος: Αδελφικοί δεσμοί Αρκαδίας με μαρτυρική Κύπρο
Δασκαλόπουλος Νίκος: Κάτω τα χέρια από την Κύπρο
Θεοδωρόπουλος Δημ.: Όλοι στην Κύπρο/ Απ΄ την πατρίδα την τρανή.
Καντάρη Λώρη: Όρκος (εις μνήμη αδελφών Κυπρίων).
Κατσίνης Μήτσος: Εμπρός Έλληνες / Γαλάζιο νησί /Επίγραμμα από τη Συλλογή: "Σταυρωμένη Κύπρος".
Κριμπάς Χρυσόστομος: Αρχαίες Αρκαδοκυπριακές σχέσεις
Νίκος Κωστάρας: Αρκαδία και Κύπρος
Μαλλίρης Γιάννης: Της Κύπρου μας τα φίδια.
Παπαγιάννης Αλέκος: Βασανισμένη Κύπρος /Στη μαρτυρική Κύπρο μας.
Σταμπολής Γεώργιος: Στο σκοτωμένο έφηβο της Κύπρου.
Συνοδινός Νάσος: Η Πάφος.
Ψιμούλης Δημοσθένης: Οι ώρες του σήμερα.
Και του Κύπριου Τίτου Μπάτη: Οι Στυμφαλίδες Όρνιθες
Πάντως εμείς οι Αρκάδες, είμαστε πολύ υπερήφανοι για τη συμβολή των προγόνων μας στον εξελληνισμό της Κύπρου. Το αίμα μας και το πνεύμα μας, επότισαν και μπόλιασαν για τα καλά το πανέμορφο κυπριακό δεντράκι.
Κώστα Π Καλύβας – Δημοσιογράφος - Εκδότης της εφημερίδας «Γορτυνία»
|