Ένα «Γραμμένο λιθάρι»
Στο Ελαιοχώρι (Μάσκληνα), σε υψόμετρο 700 μ. περίπου, και σε τρία τέταρτα δρόμο προς την κορυφή του Παρθενίου όρους «Παρθενιώτικος Αγηλιάς», υπάρχει ένα μεγάλο, ριζιμιό, «Γραμμένο λιθάρι». Είναι πάνω από 4 μέτρα ψηλό. Αποτελείται από σταχτί ασβεστόλιθο και δίπλα του περνάνε φλέβες από όνυχα. Υπάρχουν και θραύσματα όνυχα. Στις κοντινές λάκες, λίγο πιο πάνω, που καλλιεργούνταν μέχρι το 60, έχουν βρεθεί ελάχιστα κεραμίδια της αρχαίας εποχής. Το λιθάρι έχει μια μεγάλη επιγραφή:
Η επιγραφή είναι παλίμψηστη, όπως φαίνεται από τους χαρακτήρες που ανήκουν σε διαφορετική εποχή αλλά και από την διαφορετική κατάσταση των γραμμάτων.
Έχουν γίνει πολλές προσπάθειες για την ερμηνεία της. Θα επιχειρηθεί και σε αυτό το κείμενο η ερμηνεία, με όλους τους κινδύνους που διατρέχει όποιος ανακατεύει τα περασμένα. Ξεκινάμε:
(..Υπερβαλόντι δε την κορυφήν του όρους, έστιν εν τοις ήδη γεωργουμένοις τεγεατών όρος και αργείων κατά Υσιάς τας εν τη Αργολίδι…) (Παυσανία Αρκαδικά, τελευταία παράγραφος όπου περιγράφει την διέλευση από το Παρθένιον όρος*)
Στον τόπο μας που το ανάγλυφο είναι έντονο και καλύπτει το μεγάλο μέρος της γης, η οριοθέτηση των μεγάλων περιοχών στηρίχτηκε σε αυτό. Έτσι, ως όρια χρησιμοποιούνται από τους αρχαίους χρόνους μέχρι σήμερα είτε οι κορυφογραμμές είτε οι ρεματιές. Τα πεδινά ανήκαν σε ένα κράτος. Ο λόγος που υπήρχε ο «όρος», δηλαδή το σύνορο ανάμεσα στα δύο κράτη (Τεγέα Αρκαδίας από τη μια και Υσίαι Άργους από την άλλη) είναι ότι τα σύνορα δεν ήσαν φυσικά.
Στο κείμενο του Παυσανία, όπως είναι η πλέον αποδεκτή μορφή, υπάρχει ένας «όρος», ο οποίος βρίσκεται στον κάμπο του Αχλαδόκαμπου**, στη στράτα από το Παρθένι (Μπερτσοβά) που περνάει από μια ρεματιά του Παρθενίου όρους. Είναι ακόμη εκεί, στα «Μπερτζοβίτικα» χωράφια που ακόμα και σήμερα ανήκουν στους Μπερτσοβίτες.
* «Παυσανίου Ελλάδος Περιήγησις, Η΄Αρκαδικά», 54,7.
** Παρεπιμπτόντως, το όνομα υπάρχει πριν το 1700, άρα δεν στέκει η φήμη περί ονοματοδοσίας από τον Κολοκοτρώνη.
Όμως ο ένας όρος δεν ορίζει περιοχή. Χρειάζονται τουλάχιστον δύο. Εκτός εάν ο Παυσανίας απλώς περιγράφει το δρόμο. Ένα δεύτερο σημείο προσοχής είναι ότι μιλάει για κορυφή. Όμως η στράτα δεν περνάει από κάποια κορυφή, αλλά από ένα εξαιρετικά χαμηλό αυχένα, μόλις 50 μέτρα πάνω από το χαμηλότερο σημείο του κάμπου στο Παρθένι. (Πάνω από την καταβόθρα όπου εισβάλει ο Γαρεάτης για να βγει 4 χιλιόμετρα πιο κάτω). Ψάχνοντας λοιπόν στα Αρκαδικά της «Εκδοτικής Αθηνών», θα βρούμε και άλλη διατύπωση που αναφέρεται σαν κείμενο παλαιάς έκδοσης: «..Υπερβάλλοντι δε την κορυφήν του όρους, έστιν εν τοις ήδη γεωργουμένοις τεγεατών όροι και αργείων καθ΄ ά και εν τη κατά Υσιάς, εν τη Αργολίδι ….»*
Θεωρούμε ότι αυτή είναι και η σωστή απόδοση/αντιγραφή του κειμένου. Είναι γνωστό ότι από αντιγραφή σε αντιγραφή υπάρχουν αλλοιώσεις του αρχικού κειμένου. Οι διάφοροι επιμελητές επέλεξαν την κατ΄αυτούς πιο ακριβή απόδοση.
Κατ΄εξαίρεση, υπήρχαν όρια μακριά από την κορυφογραμμή του Παρθενίου όρους. Πιστεύουμε ότι ένα από τα όρια της Αρκαδίας ήταν ο Αρμακάς, θέση οχυρωμένη με τουλάχιστον 400μ μήκος τείχους - ορίου, στη διασταύρωση των δρόμων Αργους – Σπάρτης και Θυρέας – Τεγέας που περνούσαν από κει μέχρι να γίνουν τα τρένα. Είναι περίπου ένα χιλιόμετρο αριστερά του δρόμου Τρίπολης – Άστρους στο ύψος της Αγίας Σοφίας. Η γραμμή Αρμακάς – Μπερτσοβίτικα Αχλαδοκάμπου περνά από το «Γραμμένο λιθάρι», κοντά στο Ελαιοχώρι που δεν ανήκει στην Αρκαδία κατά τους αρχαίους χρόνους.
Το πρώτο γράμμα θα μπορούσε να είναι κηρύκειο. Πιστεύουμε ότι η πρώτη σειρά έγραφε ΟΡΟΣΥΣΙΑΣ. Ίσως ο όρος ήταν τριπλός, δηλαδή όριο Αργους – Σπάρτης – Τεγέας.
Η περιοχή ήταν διαφιλονικούμενη ανάμεσα στους Παρθενιώτες και τους Ελαιοχωρίτες (Καστρίτες και Βερβαινιώτες) μέχρι τις αρχές του εικοστού αιώνα, όταν τέθηκαν από δικαστικό τα όρια στην κορυφογραμμή, σε μεγάλη απόσταση από το σημείο. Με όλες τις ιστορικές μεταβολές (Ρωμαίοι, Βυζαντινοί, Φράγκοι, Μουχλί, τσιφλίκια) που έχουν προηγηθεί, είναι απίστευτο ότι κρατήθηκαν τα όρια των περιοχών. Είναι γνωστό ότι η σύνθεση, η πυκνότητα και αυτή ακόμη η ύπαρξη πληθυσμού στην περιοχή μεταβαλλόταν. Τι είναι αυτό που κράτησε τα όρια εδώ και στα Μπερτσοβίτικα για 2 χιλιάδες χρόνια; Δεν μπορούμε να δώσουμε απάντηση. Ίσως όσοι έχουν στοιχεία για την μεσαιωνική Τεγέα (Νίκλι -> Μουχλί -> Τσιπιανά κλπ), να μπορούν να απαντήσουν. Ίσως, επειδή το βουνό έκανε μόνο για βοσκότοπος, δεν ενδιέφερε τους εκάστοτε ισχυρούς και η έκταση ανήκε δικαιωματικά στους παραμένοντες βοσκούς.
* Νικολάου Παπαχαντζή, «Παυσανίου Ελλάδος Περιήγησις», Εκδοτική Αθηνών Α.Ε. 2002, σελ.515 υποσημ. 1
Και η δεύτερη σειρά; «Το αετόλιθος»; Τι σχέση έχει το χριστόγραμμα της πρώτης; Κάνουμε την υπόθεση ότι έχει σχέση με θρησκευτικό εμπόριο. Πιστεύουμε ότι η εμπορία ειδώλων - συμβόλων και η διαχρονική ύπαρξη δοξασιών μπορεί να δώσει εξήγηση:
Οι κάτοικοι της περιοχής άρχισαν να ασπάζονται τον χριστιανισμό τον 10ο αιώνα (Πορφυρογέννητος), μέχρι τότε ήσαν εθνικοί. Δεν λέμε ειδωλολάτρες, γιατί η λατρεία των ειδώλων/εικόνων είναι και χριστιανική (πχ Παναγία Ιεροσολυμίτισσα που μάζεψε 4 δις στην περιοδεία της πριν λίγα χρόνια, ενώ μια τυχαία Παναγία δεν μαζεύει δεκάρα!). Τον δέκατο αιώνα ιδρύθηκε από αυτοκράτορα το πρώτο μοναστήρι της περιοχής (Προδρόμου, στην Περδικόβρυση) σε οχυρό μέρος. Τα μοναστήρια τότε ήσαν διοικητικά κέντρα. Απέδιδαν προσόδους που από τότε ή αργότερα δίνονταν στο πατριαρχείο. Ο Γρηγόριος ο Ε΄ το 1819 αφόρισε τους Καστρίτες, διότι δεν άφηναν το μοναστήρι να στείλει την τακτική του πρόσοδο στο Πατριαρχείο! Αυτό δείχνει ότι οι ντόπιοι είχαν πάντοτε χαλαρές σχέσεις με την επίσημη εκκλησία. Oι παλιές παραδόσεις κρατούσαν έως αργά, και μερικές κρατούν ακόμα. Πίστευαν λοιπόν όπως και οι χριστιανοί σε διάφορες δοξασίες.
Ο αετόλιθος ή αετίτης είναι λευκό, σφαιρικό και κούφιο αργιλούχο σιδηρομετάλλευμα σε μέγεθος καρυδιού. Ήδη από τους Ασσύριους και τους Βαβυλώνιους ο αετόλιθος θεωρήθηκε ότι έχει σχέση με τα αβγά του αετού και ότι διώχνει το κακό και θεραπεύει. Κυρίως όμως του αποδόθηκε η ικανότητα να κρατά το παιδί στην κοιλιά της γυναίκας (να μην αποβάλει) και να κάνει εύκολη τη γέννα (Διοσκουρίδης). Τέλος, χρησιμοποιόταν ως «ορός της αλήθειας», δηλαδή, σύμφωνα με τις δοξασίες γινόταν Θεοδικία: Αν κάποιος είχε πει ψέματα και του βάζανε στο ψωμί λίγη σκόνη αετόλιθου, τότε δεν μπορούσε να το καταπιεί (Γ. Μερακλής). Ήταν ένα «εργαλείο» για πολλές δουλειές, και η εμπορία του μπορούσε να βοηθήσει τα οικονομικά ενός ρασοφόρου ή συνεχιστή παλιού εμπορίου.
Μπορούμε να φανταστούμε τη σκηνή: Κάποιος ρασοφόρος ή μη έχει στήσει ένα «προσκύνημα». Έχει γράψει την δεύτερη σειρά της επιγραφής και αλλοίωσε την πρώτη, εξ΄ου και το χριστόγραμμα…. Κάθε πιστός ή απελπισμένος που προσέρχεται καταθέτει τον οβολό του και λαμβάνει ένα κομμάτι ή σκόνη «αετόλιθου». Όπως σήμερα παίρνει «άγιο μύρο», «τίμιο ξύλο», σταυρούς, κομποσκοίνια κλπ. Και επειδή το γνήσιο εμπόρευμα ήταν σπάνιο, ο έμπορος έδινε κομμάτι από όνυχα που ήταν και πιο όμορφο.
Αν πάλι υπάρχει άλλη άποψη, πάντες οι πιστοί προσέλθετε….
Λάμπρος Αντωνάκος
Το άρθρο αυτό πρωτο-δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Διοτίμα"
|