WELCOME

Η επιστροφή στην Αρκαδία, στην αγκαλιά της φύσης που γαληνεύει και ισορροπεί, δεν είναι μια νεφελώδης αποστροφή των ουτοπιστών, αλλά μια αναγκαία στροφή, ένα καταφύγιο ελεύθερης ανάσας.

Μυθοπλασίες .... Print

Δέχτηκα με ευχαρίστηση να προλογίσω το νέο βιβλίο του Μ. Τσικλίδη για την Αρκαδία, από αγάπη για τη γενέτειρα του πατέρα μου και δική μου «παραμάνα», την Αράχοβα του Πάρνωνα -τις γνωστές Καρυές της αρχαιότητας. Την πατρίδα των τιμωρημένων και πολυπόθητων Καρυάτιδων για τη μοναδική της φυσική ομορφιά και την πνευματική ισορροπία των ανθρώπων της, στα όρια της μεγαλοπρέπειας του αρκαδικού οροπεδίου, της τσακώνικης αρχαϊκότητας και της λακωνικής λιτότητας.

Συνεπή συνέχεια -του οδοιπορικού του Μ. Τσικλίδη στην Πελοπόννησο- αποτελεί η περιδιάβαση στους χώρους και τους θρύλους της «ονειρικής» Αρκαδίας και των ανθρώπων της. Της Αρκαδίας του ερωτικού Πάνα και της κυνηγόχαρης Άρτεμης, της δωρικής κι απρόσιτης Τσακωνιάς, της μεσαιωνικής και σαγηνευτικής Γορτυνίας, των ιπποτών του Βιλλαρδουίνου, της κυράς της Άκοβας και των φοβερών Αιγυπτίων του Ιμπραήμ. Του αρκαδικού κορμού, κεντρικού σπονδύλου και συνεκτικού γεωγραφικού, ιστορικού και ανθρωπολογικού συνδέσμου στο «σώμα» του πελοποννησιακού κόσμου.

Πρόκειται, ουσιαστικά, για μια περιήγηση του συγγραφέα στο πανέμορφο αρκαδικό τοπίο, αντάξιο «της ομορφιάς και της αξίας του παραδείσου, που ζούμε, της Ελλάδας», όπως τονίζει κι ο ίδιος. Ένα «μυθικό» οδοιπορικό στις φυσικές ομορφιές της Αρκαδίας. Τα βουνά και τα δάση της, τις πηγές και τα ποτάμια της, που προσωποποιούνται, ζουν κι ερωτεύονται. Γίνονται Θεοί, μόνο για να τραγουδήσουν και να κεντήσουν στην αιωνιότητα τις χαρές της ζωής και τ΄ ανθρώπινα πάθη: τον Έρωτα και τον Θάνατο. Tους μεγάλους πρωτομάστορες της πλάσης που -σύμφωνα με τη δαρβινική εξέλιξη- από καταβολής κόσμου:, ο ένας πλάθει κι ο άλλος ξηλώνει, βασανιστικά κι ακατάπαυστα, για να φτιάξουν τον Άνθρωπο.

Ο Γ.Σεφέρης -στη μεγαλοσύνη της ελληνικής ψυχής του- έλεγε πως η Τέχνη κάνει υποφερτή τη δύσκολη ζωή μας …«κι αν σου μιλώ με παραμύθια και παραβολές, είναι γιατί τ’ ακούς γλυκότερα» Η μυθοπλασία, αστείρευτη πηγή του ελληνικού πολιτισμού από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, αποτελεί λαϊκή τέχνη. Ανακουφιστική στις ενδογενείς «αδυναμίες» της ανθρώπινης ψυχής, αλλά και κατεξοχήν παιδευτική στον έλεγχο των θεμελιωδών παραμέτρων της ανθρώπινης φύσης για την εξασφάλιση ζωτικού χώρου, και τη διασφάλιση της επιβίωσης και της αναπαραγωγικής λειτουργίας του ατόμου.

Υπέροχος στη σύλληψη κι επώδυνος στα συμφραζόμενά του, ο αρχαίος μύθος της όμορφης Αρέθουσας που κολύμπησε γυμνή στα νερά του Αλφειού κι έφτασε κυνηγημένη από το ερωτικό του πάθος μέχρι τη Σικελία(!), όπου «μεταμορφώθηκε» σε πηγή για να αποφύγει τις «ανθρώπινες» ερωτικές επιθυμίες του. Όπως κι ο μύθος της αέρινης Σύριγγας που κυνηγημένη από τον πόθο του Πάνα, «μεταμορφώθηκε» σε καλάμι στην ακροποταμιά, για να γλιτώσει! Κι εκείνος την έκανε φλογέρα, δηλαδή τέχνη(!), για να παίζει μουσική και να καταπραΰνει το «θηρίο» μέσα του.

Στην «αντίπερα όχθη» του ίδιου μυθοπλαστικού κύκλου ανήκουν οι εξαίσιοι -και παιδευτικοί- θρύλοι για πανέμορφες νεράιδες -«στοιχειά» του νερού- που αποπλανούν ερωτικά άντρες και τους τρελαίνουν για να τεκνοποιήσουν. Όπως ο μύθος της Νεράιδο-βασίλισσας που όποιον άντρα ήθελε τον άρπαζε και κανείς δεν τον ξανάβλεπε!

Στην κατηγορία των μυθοπλασιών που εκφράζουν την έμφυτη ανάγκη της επιβίωσης του ανθρώπου και τις παθολογικές της ακρότητες, είναι χαρακτηριστικός ο μύθος του άπληστου μυλωνά που και πεθαμένος ακόμη, συνέχιζε να κλέβει το αλεύρι των συγχωριανών του ή του άπληστου μελισσοκόμου που αφαίρεσε τη δική του ζωή, νομίζοντας ότι πολεμάει τα «ιερά φίδια» που η σοφή παράδοση ήθελε -από την αρχαιότητα- να φυλάνε τις πηγές του φυσικού πλούτου από την ανθρώπινη απληστία. Τους «μυθικούς» φρουρούς της Φύσης που καταργήθηκαν από την άμετρη καταναλωτική συμπεριφορά του «έμφρωνα» τεχνολογικού ανθρώπου, χωρίς να αντικατασταθούν από τον «ορθό λόγο» και την επίγνωση για τις καταστροφικές της συνέπειες.

Στην ίδια κατηγορία ανήκουν οι πολυάριθμοι θρύλοι για φανταστικούς κρυμμένους θησαυρούς που ο «μύθος» τους θέλει να ζωντανεύουν(!) και να βγαίνουν τις νύχτες σεργιάνι στους δρόμους και στα «όνειρα» των Αρκαδιανών! Όπως και ο παροιμιώδης μύθος του άπληστου Ασκληπιού, του γιατρο-Θεού που «κεραυνώθηκε» από το Δία, επειδή ανάσταινε τους νεκρούς για να πλουτίσει.

Και τι (δεν) θα μπορούσε να πει κανείς για τις σχέσεις των δύο φύλων με αφορμή τους συχνούς μύθους που θέλουν άλλοτε κάποιον πρωτομάστορα κι άλλοτε κάποιον άρχοντα να αποδέχεται «μεταφυσικές» εισηγήσεις για να θανατώσουν τη δική τους γυναίκα στο στέριωμα κάπου γεφυριού, ή για την αγία Θεοδώρα της Βάστας που μεταμφιεσμένη σε άντρα βίασε νεαρή γυναίκα, αποκεφαλίστηκε και άγιασε(!) ή ακόμη για τις περίφημες Αμαζόνες (=γυναίκες χωρίς στήθος!) που πολεμούσαν τους άντρες.

Ο Αμερικανός ανθρωπολόγος C.S. Coon είχε μελετήσει, το 1930, τους πολεμιστές Γκέγκηδες της βόρειας Αλβανίας. Μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα παρατήρησή του αφορούσε τα γαμήλια συστήματα των Γκέγκηδων. Σύμφωνα με τα ισχύοντα στην παραδοσιακή κοινωνία τους, όταν γεννιόταν κορίτσι ο πατέρας δεχόταν προτάσεις ενδιαφερομένων και έκλεινε ισόβια γαμήλια συμφωνία με τον πατέρα αγοριού συμμαχικής πατριάς. Εάν ο προκαθορισμένος σύζυγος σκοτωνόταν πριν από το γάμο, το γαμήλιο δικαίωμα «μεταφερόταν» σε αδελφό του ή σε άλλο μέλος της οικογένειας του γαμπρού. Σε κάθε περίπτωση, όταν η νεαρή γυναίκα έφτανε σε ηλικία γάμου είχε το δικαίωμα να αρνηθεί τον καθορισμένο σύζυγο, μόνο εάν αποφάσιζε να «μεταμορφωθεί» σε άντρα, να εκπαιδευτεί στα όπλα και να αναλάβει πολεμικές υποχρεώσεις!

Σχετικά με την έμφυτη ανάγκη εξασφάλισης «ζωτικού χώρου» ο συγγραφέας περισυνέλεξε έναν μόνο -αλλά ιδιαίτερα χαρακτηριστικό- αρκαδικό μύθο, για δυο «στοιχειά» που διεκδικούσαν την περιοχή γύρω από τις πηγές του Λάδωνα και άσβηστο μίσος υπήρχε ανάμεσά τους. Οι συγκρούσεις τους για την κατοχή της ήταν τρομακτικές και διαρκούσαν όλη τη νύχτα. Σύμφωνα με το μύθο, «το πάλεμά τους ακουγόταν από καταβολής κόσμου και θα ακούγεται ως τη συντέλεια της ανθρωπότητας…».

Ένας παλιός κινέζικος μύθος έλεγε πως όταν ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο, έφτιαχνε τους ανθρώπους από πηλό και τους έψηνε στο φούρνο. Από την πρώτη παρτίδα που του κάηκε, λόγω άγνοιας, βγήκαν οι Αφρικανοί. Από τη δεύτερη παρτίδα που από φόβο άφησε άψητη βγήκαν οι Ευρωπαίοι, ενώ από την τρίτη και καλοψημένη παρτίδα βγήκαν οι Κινέζοι! Σύμφωνα με αρχαίο αρκαδικό μύθο, που παραθέτει ο συγγραφέας, οι Αρκάδες πίστευαν πως το ανθρώπινο γένος προήλθε από τον Πελασγό, τον οποίο “είχε γεννήσει” η μαύρη γη της Αρκαδίας!

Οι Πελασγοί, λαός της ύστερης προϊστορίας του οποίου η προφορική ανάμνηση διατηρήθηκε μέχρι την πρώιμη ιστορική περίοδο, υπολογίζεται ότι πρέπει να είχαν ζήσει την 3η χιλιετία π.Χ. Σύμφωνα με τα γνωστά -στη δική μας εποχή- παλαιοανθρωπολογικά ευρήματα, η ανθρώπινη ιστορία του γεωγραφικού μας χώρου ανάγεται τουλάχιστον στις τελευταίες 400.000 χρόνια και περιλαμβάνει απολιθωμένες και χρονικά διαδοχικές μορφές, αρχαϊκών Νεάντερταλ, κλασικών Νεάντερταλ (Homo neanderthalensis) και Κρο Μανιόν (Homo sapiens). Στον ευρύτερο ευρωπαϊκό χώρο, εκτός από τις προηγούμενες απολιθωμένες μορφές, έχουν βρεθεί παλαιότερες μορφές εξελιγμένων Αρχανθρώπων (Homo erectus) που χρονολογούνται μεταξύ 500.000 και 800.000 χρόνων, ενώ στην Αφρική τα ήδη γνωστά παλαιοανθρωπολογικά ευρήματά της ξεπερνούν τα τέσσερα εκατομμύρια χρόνια.

Το πιο σημαντικό πλεονέκτημα του συγγραφέα στο παρακινδυνευμένο μυθικό οδοιπορικό του είναι η αγάπη του για το φυσικό χώρο της Αρκαδίας και η εμπιστοσύνη στους ανθρώπους της. Και φυσικά δεν θα μπορούσαν να αποδοθούν σε ρατσιστική διάθεση του συγγραφέα ή του αρκαδικού κόσμου τα μυθοπλαστικά κατάλοιπα «Αραπάδων» της Τουρκοκρατίας και της πολεμικής θηριωδίας των Αιγυπτίων μισθοφόρων του Ιμπραήμ, που «στοίχειωσαν» στη φαντασία του λαού μας. Κι αυτοί μαζί με ιστορικά παλαιότερα «στοιχειά», όπως οι καβαλάρηδες της Φραγκοκρατίας, οι μάγισσες, οι λάμιες, οι δράκοι, οι στρίγγλες, οι βρικόλακες και οι μαυροντυμένες γυναίκες αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο φόβο του ανθρώπου: το θάνατο, που όλο ξορκίζεται, νικιέται, αφανίζεται και πάντα επιστρέφει απειλητικός.

Μια ξεχωριστή εκδοχή προσωποποίησης του θανάτου αποτελεί η ιδιαίτερα παραστατική -κι αντάξια της πραγματικής- θεώρηση της «Πανούκλας», σαν γυναίκα ψηλή, άχαρη και σκελετωμένη με μακριά ξέπλεκα μαλλιά, να θερίζει ανθρώπινες ζωές. Ο συγγραφέας συνδέει το μύθο της με την περίοδο της Τουρκοκρατίας, θα μπορούσε όμως να είναι εκατό χρόνια πρωιμότερή της ή να διατηρήθηκε και από ακόμη παλιότερα «χτυπήματα» της ασθένειας.

Στα μέσα του 14ου αιώνα επιδημία πανώλης (κοινώς πανούκλα) που σάρωσε την ανατολική Μεσόγειο και την Ευρώπη οφειλόταν στη μετάδοση του βακίλου της (Pateurella pestis) από τα καραβάνια που διέσχιζαν τις ασιατικές στέπες και κατέληγαν στη Μαύρη θάλασσα. Από την Κριμαία, χάρη στους μαύρους αρουραίους (Rattus rattus), ενδημικούς ταξιδιώτες των εμπορικών καραβιών, ο "μαύρος θάνατος" μεταδόθηκε σε όλα τα εμπορικά λιμάνια της Μεσογείου από τη Δαμασκό και την Αλεξάνδρεια μέχρι τη Βενετία, τη Γένοβα και τη Μασσαλία. Η διάδοση της ασθένειας ήταν εξαιρετικά γρήγορη, επειδή φορείς της μπορούσαν να είναι άνθρωποι αλλά και μικρά θηλαστικά. Την περίοδο 1346-1350μ.Χ., λόγω της επιδημίας, τα ποσοστά θνησιμότητας σε ευρωπαϊκούς πληθυσμούς κυμάνθηκαν από 25% έως 40%, και στο σύνολο του ευρωπαϊκού πληθυσμού ο αριθμός των νεκρών ξεπέρασε τα είκοσι εκατομμύρια.

Ανάλογης καταστροφικής έκτασης, επιδημία πανώλης που είχε ξεσπάσει την περίοδο 746-747μ.Χ., μεταδόθηκε στην κεντρική Ελλάδα, την Πελοπόννησο και τα νησιά του Αιγαίου. Επιδημία που είχε αποδοθεί από τους βυζαντινούς καλόγερους σε θεϊκή τιμωρία, εξαιτίας της σθεναρής αντίθεσης του Κωνσταντίνου Ε΄ (741-775μ.Χ.) στην ακραία εικονολατρία της εποχής του, και γι αυτό επονομαζόμενου περιφρονητικά "Κοπρώνυμου" από τους ίδιους. Καθώς επίσης και το έτος 541μ.Χ., που μεταδόθηκε γρήγορα σε ολόκληρη τη βυζαντινή αυτοκρατορία από τη Μικρά Ασία μέχρι την Αδριατική. Στην Κωνσταντινούπολη ο συνολικός αριθμός των νεκρών εξαιτίας της επιδημίας έχει αναφερθεί ότι έφτασε το 1/5 του πληθυσμού της. Ο κρατικός μηχανισμός είχε αποδιοργανωθεί και οι κάτοικοι της βασιλεύουσας πέθαιναν στα σπίτια τους, αποκλεισμένοι ακόμη και από τους στενούς συγγενείς τους. Οι χιλιάδες των νεκρών του «μαύρου θανάτου», που συγκεντρώνονταν καθημερινά με καρότσες, σωρεύονταν άταφοι σε λατομεία έξω από τα τείχη της πόλης ή ρίχνονταν στο Βόσπορο για να παρασυρθούν από τα θαλάσσια ρεύματα.

Ο μεγάλος Ν. Καζαντζάκης έλεγε, παραβολικά, πως ο άνθρωπος δεν ησυχάζει εάν δεν «φάει» άνθρωπο. Οι φωτισμένοι αρχαίοι Έλληνες, που επινόησαν τη δημοκρατική πολιτεία -το πολίτευμα που διασφαλίζει τη μεγαλύτερη δυνατή ευτυχία στους πολίτες του- δεν θα πετύχαιναν την πραγμάτωσή της εάν δεν γνώριζαν την ανθρώπινη φύση, εάν δεν είχαν βρει το μίτο της Αριάδνης στο λαβύρινθο της ανθρώπινης ψυχής. Κι αυτό διαπιστώνεται, πέρα από τα μεγάλα δραματουργήματα της αρχαιότητας, ακόμη και στους καθημερινούς τους, παιδευτικούς, μύθους.

Σύμφωνα με τον αρχαίο αρκαδικό μύθο που παραθέτει ο συγγραφέας, ο αχόρταγος βασιλιάς Λυκάων γέννησε με πολλές γυναίκες πενήντα γιους, οι οποίοι –σαν τον πατέρα τους- ξεπέρασαν σε αλαζονεία όλους τους ανθρώπους τρώγοντας ανθρώπινο κρέας κι ο Δίας τους «μεταμόρφωσε» σε λύκους. Από τότε, λέει ο αρκαδικός μύθος -που επαναλαμβάνει την πλατωνική διδασκαλία(!)-, όποιος άνθρωπος «φάει» ανθρώπινο κρέας γίνεται «λύκος», κι εάν για δέκα χρόνια δεν «ξανα-φάει» άνθρωπο τότε «μεταμορφώνεται» πάλι σε άνθρωπο!

Όσο για τις αναφορές του συγγραφέα σε αμφίσημες «εξωγήινες» ή υπερβατικές «ενδογήινες» παρεμβάσεις, νομίζω ότι δείχνουν με τον καλύτερο τρόπο την εκτίμησή του στο θεραπευτικό χαρακτήρα της μυθοπλασίας του λαού μας. Άλλωστε, όσο αυξάνουν οι γνώσεις μας για το φυσικό κόσμο που μας περιβάλλει και τη θέση του ανθρώπου σε αυτόν, τόσο μεγαλώνει και η ανάγκη «μετάθεσης» της μυθοπλαστικής δημιουργίας σε πέραν της ανθρώπινης γνώσης χώρους, είτε αυτό αφορά το διαστημικό χώρο είτε τη λειτουργία του ανθρώπινου εγκεφάλου. Κι αυτό, όχι για την ασφάλεια του ανεξέλεγκτου, αλλά για την εσωτερική ανάγκη «κατοίκησης» του ακατοίκητου, «μορφοποίησης» και οικειοποίησης του απροσδιόριστου, ερμηνευτικής προσέγγισης και κατανόησης του άγνωστου ακόμη κόσμου. Κυρίως, για την ελευθερία που παρέχει -ο αγνωστικισμός του- στην παλιά χειροτεχνία της μυθοπλασίας, να επιβεβαιώνει σε κάθε εποχή με νέα «στοιχειά» τις παλιές της σοφίες για τις αρχέγονες αδυναμίες της ανθρώπινης ψυχής.

Θ.Κ. Πίτσιος,
Αναπλ. Καθηγητής Φυσικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών

 

 


 
© 2024 Arcadians
Joomla! is Free Software released under the GNU General Public License.