WELCOME

Και ξαφνικά μπήκαν στον κύκλο οι Μαντινιείς. Κατόπιν σηκώθηκαν και μερικοί άλλοι από τους Αρκάδες, οι οποίοι αφού εξοπλίσθηκαν όσο μπορούσαν καλύτερα βάδιζαν με ρυθμό.
Ξενοφών

Η Σχολή Καρυτσιώτη στον Αγιάννη Print

Η επιβλητική και καλλιμάρμαρος Σχολή κατασκευάστηκε στο τότε κεφαλοχώρι Άγιος Ιωάννης, στη θέση «Κουτρί», μόλις ανυψούμενο λοφίσκο, και αμέσως δεξιά  της σημερινής κυρίας εισόδου στο χωριό, από τον ανερχόμενο από το Άστρος δημόσιο δρόμο.

Πυρπολήθηκε από τις ορδές του Ιμπραήμ στις 30 Ιουλίου του 1826, κατά την επιδρομή του στην Κυνουρία, για να εκδικηθή τους Κυνουριάτες, οι οποίοι υπό τον Αγιαννίτη Στρατηγό Παναγιώτη Ζαφειρόπουλο, το γνωστό ως Άκουρο, είχαν εξοντώσει στο χωριό Μεχμέτ Αγά της Τεγέας (σήμ. Γαρέα), δύναμη τριών λόχων, δηλαδή περίπου 400 στρατιώτες του.

Οι κάτοικοι προέβησαν σε κάθε ενέργεια και προς όλους τους αρμοδίους για να ξαναχτιστή η Σχολή, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Τελικά, χρησιμοποίησαν τις σωριασμένες πλάκες και μάρμαρα της Σχολής για τις νέες οικοδομές τους. Χαλάσματα σώζονταν μέχρι και τον εμφύλιο, οπότε, περί το 1945, ισοπεδώθηκε ο τόπος και φυτεύτηκε το σημερινό αλσύλλιο πεύκων. Στα νοτιοανατολικά του άλσους χτίστηκε το νέο Δημοτικό Σχολείο του Αγιάννη, που όμως και αυτό έκλεισε.

Από τον ερειπιώνα της Σχολής φαινόταν όλη η αρχιτεκτονική και εσωτερική διαρρύθμισή της. Επρόκειτο για διώροφο κτιριακό συγκρότημα με συνεχή οικήματα σε τετράπλευρο σχήμα και εσωτερική πλακόστρωτη αυλή (28x27=756 τ.μ.). Στο ισόγειο υπήρχαν θολωτά καταλύματα για τους μαθητές, το μαγειρείο και οι βοηθητικοί χώροι. Στον όροφο, όπου ωδηγούσε εσωτερική σκάλα, υπήρχαν οι αίθουσες διδασκαλίας, καθώς και τα δωμάτια των δασκάλων. Επρόκειτο δηλαδή για πλήρες διδακτήριο – οικοτροφείο, καθότι φοιτούσαν και μαθητές από μακρινά μέρη, ακόμα και από τη Λειβαδιά. Όλες οι λειτουργικές δαπάνες, καθώς και οι μισθοί των Εκπαιδευτικών και του μόνιμου ιατρού καταβάλλονταν από τον ιδρυτή της.

Η μεγάλη πλάκα με ανάγλυφη την κτητορική επιγραφή της Σχολής (1,49 x 1,15 – πάχους 0,10 μ.), που σώζεται χωρίς καμία φθορά μέχρι σήμερα, μας δίνει πληροφορίες για τη χρονολόγηση, τους σκοπούς της Σχολής και τους ιδρυτές της. Αρχικά ήταν αναρτημένη στο υπέρθυρο του κτιρίου με ισχυρούς σιδηρούς κρίκους, ως θηλιές, που ακόμα διακρίνονται στην οπίσθια επιφάνειά της. Βρέθηκε το 1874, σκεπασμένη από τα χαλάσματα, και το 1965 μεταφέρθηκε, από το γυναικωνίτη της εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου (στη σημερινή κεντρική πλατεία του χωριού), όπου φυλασσόταν, στο Κουτρί, όπου και εντοιχίστηκε σε βάση στο πιο περίοπτο σημείο, στο χώρο δηλαδή όπου άλλοτε υψωνόταν η περίφημη Σχολή. (Η μεταφορά έγινε με πρωτοβουλία του Συλλόγου Θυρεατών Αθηνών. Στις 7-11-1965 έγινε η πανηγυρική αποκάλυψη της κτητορικής επιγραφής και εκφώνηση του πανηγυρικού λόγου από το Λυκειάρχη Νικ. Ι. Φλούδα, με θέμα: «Διακοσιαετηρίς Σχολής Αγίου Ιωάννου - Άστρους Κυνουρίας»}.

Η κτητορική επιγραφή προφανώς συντάχτηκε μετά την 20η Ιουνίου 1817, ημερομηνία της άφιξης του Προκοπίου, ανιψιού του Δημητρίου, στον Αγιάννη. Ο Προκόπιος θα ήταν και ο συντάκτης της, όπως συνάγεται κατόπιν συγκρίσεως με την κατωτέρω ιδιόχειρη επιστολή του προς τον Κων/νο Ασώπιο, γραμμένη με ωρισμένα ορθογραφικά σφάλματα και κάπως λόγιο ύφος.

Η επιγραφή είναι κεφαλαιογράμματη και αρχίζει ως εξής:
1798
ΕΝ ΜΗΝΙ ΙΟΥΛΙΩ
Η ΣΧΟΛΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΦΙΛΟΘΕΑΜΟΝΑ
Απευθύνεται προς τον όποιο «Φιλοθεάμονα», κατάπληκτο από το θέαμα του θαυμαστού για την εποχή οικοδομήματος της Σχολής. Ακολουθεί το κείμενο της επιγραφής σε 25 δεκαπεντασύλλαβους στίχους:
 Τι έστηκας θαμβούμενος, φίλε φιλοθεάμων ;

 Με απορίαν μυστικήν ζητείς το όνομά μου…

Στα λόγια της επιγραφής προσωποποιείται η ίδια η Σχολή, η οποία απαντάει σε πρώτο πρόσωπο προς το «φιλοθεάμονα». Επισημαίνει πως πρόκειται για «οικία των Μουσών», καθότι οι Μούσες θεωρούνταν θεότητες των γραμμάτων και γενικά της παιδείας, πως  ως «σχολείον» επαγγέλλεται «σοφίαν…αφ’ ης ουδέν γλυκίον, τοις νέοις χρησιμώτατον τω αναγκαίω βίω». Ομιλεί για τον κτήτορα - ιδρυτή της Σχολής, το Δημήτριο, προσδιορίζοντας πάντα σε πρώτο πρόσωπο η Σχολή ότι:
 Ο τόπος όπου βρίσκομαι είν’ η αυτού πατρίδα,

Καρτζιώτης λέγεται παντού η αυτού φαμίλια.

Η επιγραφή διακρίνεται σε δύο μέρη: στο πρώτο και κύριο μέρος, που καταλήγει με το «Αμήν», υπάρχει παράκληση στους εισερχόμενους στη Σχολή να προσεύχωνται για τον ιδρυτή της Δημήτριο και τους γονείς και απογόνους γενικά των Καρτσιωτών. Στο δεύτερο μέρος, στους τελευταίους 4 στίχους, «ομιλεί» η Σχολή περί του Προκοπίου, ως του «κυρίου του Σχολείου», δηλαδή ως του ιδιοκτήτη και Δ/ντή της Σχολής. Και βεβαίως ο Προκόπιος, συνθέτης της επιγραφής, καταλήγει με αναφορά και στη δική του ταυτότητα και προσφορά. Τούτο μαρτυρεί και γιατί η κτητορική πλάκα δεν ήταν εξαρχής εντοιχισμένη, παρά εκ των υστέρων αναρτημένη στο υπέρθυρο.

Ο Προκόπιος, ο αγαπημένος ανιψιός του Δημητρίου, υπήρξε, πράγματι, ο «δευτεραγωνιστής» στην πραγμάτωση του έργου του θείου του. Ο Δημήτριος τον κάλεσε το 1812 στην Τεργέστη, τον έστειλε στην Ακαδημία της Παβίας, όπου σπούδασε Φιλοσοφία, Μαθηματικά και Παιδαγωγικά, με προορισμό του να ανακαινίση τη Σχολή Αγίου Ιωάννου, να την επανδρώση με κατάλληλο εκπαιδευτικό προσωπικό και βεβαίως να διδάσκη και ο ίδιος. Κατά τα πρώτα έτη μετά την αποφοίτησή του από την Παβία, 1813-17, ο Προκόπιος διωρίστηκε Επόπτης στη Σχολή της Κοινότητας Ελλήνων Ορθοδόξων της Τεργέστης και στις 20-6-1817 ήλθε στον Αγιάννη, όπου ανέλαβε και τη Διεύθυνση της Σχολής. Αφιερώθηκε ολοψύχως στο λειτούργημά του και ανακαίνισε γενικά τη Σχολή του Αγιάννη, καθώς και τη Σχολή στ’ Αγιαννίτικα Καλύβια – Άστρος.

Σμαράγδη Ι Αρβανίτη
Ιστορικός - Αρχαιολόγος

 

 

 
© 2024 Arcadians
Joomla! is Free Software released under the GNU General Public License.