WELCOME

Ζυγά ζυγά που περπατάς
και τη μεσούλα σου κρατάς,
κάνεις τους νιους και σκάζουνε,
τους γέρους και πλαντάζουνε,
κάνεις και μένα τ' ορφανό,
παίρνω μαχαίρι να σφαγώ.
Μη σφάζεσαι λεβέντη μου
και 'γώ σε κάνω ταίρι μου

25η Μαρτίου - Το Δημοτικό μας Τραγούδι Print

Το Δημοτικό Τραγούδι

Κάθε εποχή και κάθε λαός έχουν ένα κύκλο ιδανικών, ανθρώπινων χαρακτηριστικών και ιδιοτήτων, που μέσα του τοποθετούν τον άνθρωπο (άνδρα ή γυναίκα), τον αντιπροσωπευτικό στην αντίληψή τους για την οπωσδήποτε τελειότητά του. Κάθε λαός βάζει στο πάνθεο του θαυμασμού του ένα ολοκληρωμένο γι’ αυτόν τύπο ανθρώπου, που τον σηκώνει σε σύμβολο, τραγούδι της φυλής του. Και ο τύπος αυτός δεν είναι ένα άτομο, μια προσωπικότητα ορισμένη, αναγνωρισμένη από τους λίγους, τους φωτισμένους, αλλά ένας που γίνηκε το είδωλο στα μάτια των πολλών, του λαού του απλού και ξέγνοιαστου από σοφίες, θεωρίες και μεταφυσικές απορίες. Είναι ένας που προβάλλει αβίαστα, σαν κάτι φυσικά συγγενικό στους πολλούς και που πάλι καθένας απ’ τους πολλούς, όταν προβάλλει σ’ αυτόν τον εαυτό του, δεν θα νιώσει ξένος, μα σαν να τον είχε απαντήσει πάλι κάπου, σαν να ‘χει μέσα του κάτι το δικό του. Η συγγένεια αυτή με την πολλότητα δείχνει την αντιπροσωπευτικότητα μιάς αξίας, που στηρίζεται σε θεμέλια, πραγματικά γερά και αληθινά. 

     Στην Ελλάδα. Η ιδανική μορφή στο βάθος μένει πάντα ίδια. Ο λαός συνεχίζει στη συνείδησή του παλιές, προγονικές πίστες, για τις αξίες που υψώνουν τον άνθρωπο στην ολοκλήρωση, προσαρμοσμένες βέβαια στη σύγχρονη πραγματικότητα. Το πώς βλέπει ο λαός τον τέλειο άνθρωπο από την Άλωση της Κωνσταντινούπολης και έπειτα, πως θέλει τον άξιο άνδρα και την γυναίκα, σε ποιο τύπο θεμελιώνει την λευτεριά, δόξα και μεγαλείο της πατρίδας, σαν τι είν’ αυτό, που η έμφυτη μεταφυσική, υπολανθάνουσα τάση για ανύψωση τον σπρώχνει να εξομοιωθεί, θα μας το πουν με τη ζωντάνια τους, τη λεύτερη σκέψη και απλή διατύπωση τα δημοτικά μας τραγούδια. Όπως ο γαλανός μας ουρανός, όπως το άρωμα του θυμαριού, των βουνών και λαγκαδιών μας διακρίνουν την τόπο μας από κάθε άλλη χώρα, έτσι και η ιδανική μορφή και καρδιά του Έλληνα γενικά, μοσκοβολά το μοναδικό στον κόσμο άρωμα, το άρωμα της λεβεντιάς.

     Η λεβεντιά είναι μια λέξη γεμάτη νόημα, μια λέξη που χαρακτηρίζει εσωτερικά, εξωτερικά και από κάθε πλευρά τον τέλειο άνθρωπο στο δημοτικό μας τραγούδι. Και για να νιώσουμε στο βάθος σαν ποια είναι αυτά τα στοιχεία, που κάνουν την λεβεντιά, αξία που λαμπαδιάζει όλο φλόγα και δύναμη άσβεστη, ας την ακολουθήσουμε σε κάθε της εκδήλωση, σε κάθε χαρακτηρισμό, σε κάθε λέξη μέσα στο δημοτικό τραγούδι. Και η πορεία μας μέσα στον κόσμο του τραγουδιού, δεν θα είναι άκαρπη, απλά θεωρητική. Είναι σαν να ζεις μέσα στο λαό, σαν να κουβεντιάζεις μαζί του, γιατί ο λαός αυτά που λέει στο τραγούδι του είναι σαν αυτά που νιώθει, αυτά που πιστεύει, αυτά που ζει. Δεν είναι ρωμαντισμός, δεν είναι ψευτιά όμορφη παραπλανητική και συνθεμένη για να ικανοποιήσει τα αισθητικά μας συναισθήματα όπως- όπως η δημοτική ποίηση. Εκείνος που διαβάζει με κατανόηση, αγάπη και θέρμη τα δημοτικά ποιήματα είναι, μπορούμε να πούμε, ο δεξιοτέχνης ανατόμος της ψυχής του λαού. Εκείνος που κατέχει το δημοτικό τραγούδι κρατάει στο χέρι του τη ζεστή καρδιά του λαού και νιώθει το αίμα της το λεβέντικο να πάλλει.     

     Όσο λίγο και αν διάβασε κανείς κλέφτικα τραγούδια, θα πρόσεξε, δε γίνεται, πως ξεχωρίζουν σε δυό: σε τραγούδια, που αναφέρονται σ’ ορισμένο άτομο και μοιάζουν να ιστορίζουν τα περιστατικά του, και σε τραγούδια λυρικού πιο πολύ περιεχομένου, που έχουν ήρωα όχι ορισμένο πρόσωπο παρά γενικά τον Κλέφτη. Ο χωρισμός βέβαια αυτός, πρόχειρος στον καθένα, φαίνεται στην αρχή αδιάφορος και χωρίς σημασία, κι’ όμως στο τέλος αποδείχτηκε χρήσιμος για το σκοπό – άνοιξε από κάθε τι άλλο ευκολότερα το δρόμο προς τα πνεύμα του κλέφτικου τραγουδιού. Εξωτερικώς μου φάνηκε, αλήθεια, στην αρχή ο χωρισμός, όσο όμως περισσότερο μελετούσα τα τραγούδια, τον έβλεπα σιγά -σιγά να βαθαίνει και να γίνεται χαρακτηριστικό γνώρισμα της ουσίας και της αξίας των τραγουδιών, ως που στο τέλος υψώθηκε σε κύριο κριτήριο της αλήθειας τους[i].

Ποια ήταν εκείνη η Κυριακή, ποια ήταν εκείν’ η μέρα,
που συχνοκουβεντιάζανε της Μόρας οι γερόντοι,
που γράψανε κ’ εστείλανε απάνω στο Δοβλέτι
πασάς μην έρθη στο Μοριά, μηδέ κανείς βεζίρης,
πασάς λογιέται ο Κωνσταντής, Μπενάκης μουσελίμης
και ο Γιαννάκης Κρεββατάς κατής για να τους κρένη.
Κι ο βασιλιάς που τ’ άκουσε πολύ του κακοφάνη….

     Πενήντα  χρόνια πίσω, στα Ορλωφικά, ισοπεδώθηκε ο Μοριάς από τους τουρκοαλβανούς και από τα λάθη της ρώσικης πολιτικής. Ήταν ακόμα νωρίς για την ένοπλη πάλη, που ανοργάνωτα αφέθηκε μόνο στην χιλιοτραγουδισμένη Κλεφτουριά:

Καλά ήσουν, Μέτζο μ’, στα βουνά, καλά και στην Ακράτα,
τι εχάλευες, τι γύρευες (εσύ) στον Κάτ’ Αγιώργη,
να σε σκοτώσουν άξαφνα οι Κολοκοτρωναίοι,
μαζί με τους συντρόφους σου και με τα παλληκάρια;
…..Εγώ κλέφτες δεν σκιάζομαι και κλέφτες πάγω να’ βρω.
Μια μπαταριά του δώσανε ……….»

     Μετά την καταστροφή των Ορλωφικών, ο Γαζή Χασάν πασάς επεδίωξε να απομακρύνει από τον Μοριά τους Αλβανούς που τον λυμαίνονταν και ήθελαν να παραμείνουν και να διεκδικήσουν ενόπλως την κατοχή του.  Τι διημείφθη μεταξύ Χασάν Πασά και Αλβανών, συνοψίζει με τρόπο εκφραστικό δημώδες άσμα[ii]:

Μιάν προσταγήν μεγάλην προστάζει ο βασιλιάς,
να κατεβ’ η αρμάδα και ο καπετάν πασάς.
Αρμάδα εκατέβη στ’ Ανάπλι κι άραξε
κι αυτός απ’ τα Δερβένια μ’ ασκέρι διάβηκε.
Πιάνει χαρτιά και στέλνει, χαρτιά και προβοδά.
…. Σ’ εσένα Μούρτο Χάμζα, σ’ εσάς Αρβανιτιά,
γλήγορα να σκωθήτε αυτούθ’ απ’ τον Μοριά.
…. Εγώ χαρτιά ΄χω χίλια καμένα στη φωτιά
και σένανε σε γράφω στην κάτω τη μεριά.
…. Σώπα, σώπα βρε Μούρτο, και μην παραμιλείς,
γιατ’ έχεις λίγ’ ασκέρι και το μετανοείς.
…. Μπεκιάρικα τουφέκια χιλιάδες έξ οκτώ
και σείς οι Καλιουντζήδες χιλιάδες εκατό.
Το ά λα, ά λα λένε, τραβούνε τα σπαθιά,
βάνουν μπροστά τους Τούρκους, μπροστά ωσάν τραγιά.

================================

Σκέψεις περί της μελέτης της ελληνικής δημοτικής ποιήσεως, του Παύλου Παβολίνι. Σε αρχείο pdf.

 

Βιβλιογραφία
1. Νικόλαου Πολίτου, Εκλογαί, από τα τραγούδια του Ελληνικού λαού.
2. Τάσου Αθ. Γριτσόπουλου, Ορλφωφικά, 1967.
3. Ελληνική Δημιουργία, το Δημοτικό μας τραγούδι, 1950.
4. Φώτης Κόντογλου, τα Έμορφα τραγούδια μας.
5. Γιάννη Αποστολάκη, Το Κλέφτικο Τραγούδι.
6. Κλεοπάτρας Παπαχρήστου, H λεβεντιά του κλέφτη στη δημοτική ποίηση.  

 

 

Arcadians.gr
Παρασκευή 2 Μαρτίου 2013


[i] Γιάννη Αποστολάκη, Το Κλέφτικο Τραγούδι, «το πνεύμα του κλέφτικου τραγουδιού», εισαγωγή.

[ii] Η παραλλαγή αυτή σώθηκε από τον Φωριέλ.

 
© 2024 Arcadians
Joomla! is Free Software released under the GNU General Public License.